Του Γ. Κρανά, πρώην Οικον. Επιθεωρητή
Δυσαρεστημένοι, και δικαιολογημένα, εμφανίζονται οι ιδιοκτήτες κατοικιών σε οικισμούς εκτός σχεδίου και εκτός αντικειμενικής αξίας από τη ρύθμιση που προωθεί η κυβέρνηση, προκειμένου να καλυφθεί το δημοσιονομικό κενό των 200 εκατ. ευρώ από την οριζόντια μείωση κατά 15% του ΕΕΤΗΔΕ., του αποκαλούμενου και «χαράτσι» της ΔΕΗ.
Ειδικότερα το δημοσιονομικό κενό σχεδιάζει να το καλύψει, μεταξύ των άλλων, και με την προσαρμογή του συντελεστή 3 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο που ισχύει για τα ακίνητα που βρίσκονται εκτός τιμής ζώνης, στο Μ.Ο. των συντελεστών που ισχύουν στο Δήμο που ανήκουν ή στους όμορους Δήμους.
Η εφαρμογή της ρύθμισης αυτής θα οδηγήσει όχι μόνο σε αδικίες αλλά και σε ακρότητες ,αφού υπάρχει περίπτωση ο συντελεστής να ξεπεράσει και τον υψηλότερο συντελεστή της κοινότητας στην οποία βρίσκεται.
Για παράδειγμα, εάν ο συντελεστής ακινήτου εκτός σχεδίου και αντικειμενικής αξίας σε κοινότητα ανέρχεται σε 3 ευρώ ανά τ.μ. και εντός σχεδίου σε 4 ευρώ και ο Μ.Ο. των συντελεστών ακινήτων ενός Δήμου διαμορφώνεται σε 5 ευρώ ανά τ.μ., τότε ο συντελεστής φορολόγησης του εκτός σχεδίου ακινήτου θα είναι μεγαλύτερος από τον εντός σχεδίου συντελεστή της κοινότητας που ανήκει.
Η προτεινόμενη λοιπόν ρύθμιση από την Πολιτεία θα επιβαρύνει τη φορολογική υποχρέωση με αύξηση υψηλότερη της έκπτωσης , οπότε η πολιτεία οφείλει να επανεξετάσει τη θέση της και να καθορίσει ως συντελεστή το μοναδικό συντελεστή της κοινότητας στα όρια της οποίας βρίσκεται η κατοικία ή σε περίπτωση που υπάρχουν περισσότεροι συντελεστές με το μέσο όρο της κοινότητας και όχι το μέσο όρο του Καλλικρατικού Δήμου.
Επιβάλλεται , λοιπόν, η αναθεώρηση του σχεδιασμού του ΕΕΤΗΔΕ για να προληφθούν κραυγαλέες αδικίες σε βάρος φτωχών πολιτών.