Του Σπύρου Ριζόπουλου
Παρακολούθησα με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον τη διαδικτυακή δημόσια συζήτηση που διεξήχθη την Τετάρτη 8 Απριλίου, από τον Κύκλο Ιδεών με θέμα «Η πανδημία και οι αντοχές της ελληνικής οικονομίας – Η επόμενη ημέρα».
Αρχικά, θέλω να συγχαρώ τον Βαγγέλη Βενιζέλο για την απόλυτα ισορροπημένη προσέγγιση του, προσφέροντας τη δυνατότητα στον ακροατή να εστιάσει με τις καίριες επισημάνσεις του στο ποια ήταν τα ουσιαστικά σημεία των παρεμβάσεων των ομιλητών. Επίσης συγχαίρω και την τεχνική ομάδα για την άρτια οργάνωση και την πολύ καλή εικόνα.
Τα συμπεράσματα μου είναι τα εξής:
Συνειδητοποίησα ότι το υγειονομικό κομμάτι αυτής της πανδημίας έχει ήδη τελειώσει, με την έννοια ότι δρομολογείται η επίλυση του προβλήματος, και ότι αυτό που θα μας απασχολήσει από εδώ και πέρα θα είναι οι επιπτώσεις στην οικονομία.
Στο δεύτερο αυτό κομμάτι, λοιπόν, ένοιωσα πολύ μεγάλη ανασφάλεια για την παρουσία του Χρήστου Σταϊκούρα στο τιμόνι της οικονομίας. Γιατί, όπως έχω ήδη επισημάνει, μπορεί μεν οι προθέσεις του να είναι πολύ καλές, και δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι πρόκειται περί «νοικοκύρη», όμως στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή ίσως θα του ταίριαζε καλύτερα η θέση του Σκυλλακάκη.
Τα μνημόνια μας έχουν αφήσει πολλά λογιστικά κουσούρια σε μια λογική του «ποιος δεν πρέπει να πάρει». Και αυτό δεν βοηθά στην ανάπτυξη της οικονομίας.
Και δεν φτάνει αυτό, ήρθε και η απόφαση του Eurogroup. Όποιος σέβεται τον εαυτό του πρέπει να παραδεχθεί ότι τρόπος που σκέφτεται σήμερα η Ευρώπη, και αντιμετωπίζει το μέλλον της, είναι τρομερά επικίνδυνος.
Αυτό που όμως με τρόμαξε ήταν η διαπίστωση ότι η νοοτροπία Σταϊκούρα είναι απόλυτα ταυτισμένη με τη νοοτροπία των τραπεζιτών. Όπου στη μεν περίπτωση του Σταϊκούρα μπορεί να ερμηνεύεται ως «νοικοκύρεμα» αλλά στη δική τους περίπτωση ο κορωνοϊός είναι τελευταία σανίδα σωτηρίας για τα σαθρά μαγαζιά τους.
Στη συζήτηση, πρωτίστως ο Βαγγέλης Μυτιληναίος αλλά και οι άνθρωποι της αγοράς στο πάνελ στις τοποθετήσεις τους κατέληγαν στο συμπέρασμα πως είτε μέσω των μηχανισμών είτε μέσω εθνικών στρατηγικών των μεγάλων χωρών θα υπάρξει πολύ χρήμα που θα διατεθεί στην αγορά.
Και με μεγάλη αγωνία είδα τον Βαγγέλη Βενιζέλο να προσπαθεί να προσδιορίσει πως αυτά τα χρήματα θα φτάσουν ως την πραγματική οικονομία. Μάλιστα, ήδη οι Financial Times σημειώνουν πως υπάρχει απόφαση της βρετανικής κεντρικής τράπεζας να στηρίξει τη βρετανική κυβέρνηση με όση ρευστότητα απαιτείται. Στις δε ΗΠΑ έχει γίνει από το φθινόπωρο η τρομερή κίνηση να μετατεθεί η ευθύνη της παρακολούθησης της οικονομίας στο υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών σε σχέση με την ρευστότητα, ελαχιστοποιώντας το ρόλο της FED.
Δηλαδή, ενώ εμείς συζητάμε τι θα κάνουν οι τράπεζες στην Ελλάδα, τα εκτυπωτήρια στη Δύση τυπώνουν.
Συνεπώς, η αγωνία Βενιζέλου είναι απόλυτα εύλογη και δικαιολογημένη. Και μάλιστα η αγωνία του και η αγωνία μου δικαιώθηκαν όταν άρχισε να μιλάει ο Φωκίων Καραβίας. Εκεί μου έφυγε το ποπ κορν από τα χέρια.
Από τα λεγόμενά του κατέστη σαφές ότι αυτό που θα συμβεί είναι ότι οι τραπεζίτες θα προσπαθήσουν με όλο το φρέσκο χρήμα να σώσουν τα τελειωμένα τους μαγαζιά εις βάρος του ελληνικού λαού ο οποίος έκανε τεράστιες θυσίες για να βγει η χώρα από τα μνημόνια. Γιατί ακούστηκαν διάφορες ανοησίες που αποδεικνύουν ότι έχουν αποφασίσει να αρχίσουν πάλι τα ίδια με όλα αυτά τα πακέτα να μένουν σε αυτούς για να φτιάχνουν τους ισολογισμούς τους.
Ξεκαθαρίστηκε πρωτίστως, χωρίς καμία σοβαρή εξήγηση, ότι «δεν είναι εφικτό οτιδήποτε κυκλοφορεί ως χρηματοδοτικό προϊόν στην Ελλάδα να είναι χαμηλότοκο». Δεύτερον, ξανάρχισε η άρρωστη συζήτηση περί του τι αποτελεί βιώσιμη επιχείρηση και κατ επέκταση αποσαφηνίστηκε ότι πρόσβαση σε αυτό το χρήμα -που δεν τους ανήκει- θα δίνεται μόνο σε εκείνους που προφανώς είναι κερδοφόροι. Άρα έχουν ήδη αποφασίσει να τελειώσουν την ελληνική οικονομία.
Για μένα είναι σαφές πως αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν θέσει τους όρους με τους οποίους θα διοχετευθούν αυτά τα χρήματα στην αγορά, εάν αφήσει τους όρους του παιχνιδιού να τους θέσουν οι τραπεζίτες, και η χώρα θα καταστραφεί -που είναι το πιο σημαντικό- αλλά και το πολιτικό του κεφάλαιο θα εξανεμιστεί εν μια νυκτί, γιατί πολύ γρήγορα θα ξεχάσουμε όλοι ποιος ήταν ο Τσιόδρας.
Μπορεί μέσα στην κρίση των μνημονίων να είχαμε να κάνουμε με μία αδύναμη Ελλάδα που δεν μπορούσε να επιβληθεί σε έναν «αργό και άβουλο» Ντράγκι απέναντι στο εθνικοπατριώτη Γερμανό Σόιμπλε, όμως τότε αποκαλύφθηκε για πρώτη φορά ότι στην Ευρώπη δεν υπάρχει η έννοια της αλληλεγγύης.
Μάλιστα πλημμυρισμένη η Ελλάδα από τα διάφορα ενδοτικά παπαγαλάκια, τα ίδια παπαγαλάκια τα οποία τώρα «προβληματίζονται» για τον αλυτρωτισμό της Τουρκίας, ως κοινωνοί της «ενόχλησης» των Ευρωπαίων, είχανε συμβάλει στη διαδικασία της δημιουργίας μιας εθνικής ενοχοποίησης η οποία είχε και μία επιζήμια αντανάκλαση της εικόνας της χώρας στο εξωτερικό. Προβλέπω ότι θα κάνουν το ίδιο για την υπεράσπιση των τραπεζών.
Σήμερα, όμως, ο κορωνοϊός έχει ξεγυμνώσει την αλήθεια σε όλα τα μέτωπα. Το μήνυμα λοιπόν από και προς την ΕΕ είναι ότι συνυπάρχουμε ψυχαναγκαστικά αλλά σκεφτόμαστε απόλυτα εθνικά. Αυτό συμβαίνει δικαίως για το δικό τους τόπο με τους δύο εκ των τεσσάρων συντελεστών της ΕΕ, την Ισπανία και την Ιταλία.
Εδώ είναι η ιστορικής σημασίας ευκαιρία για τον Κυριάκο Μητσοτάκη: Να αφαιρέσει το δικαίωμα συναλλαγής των τραπεζών με το κράτος και πλέον να επιβάλλει τους όρους του ως κράτος.
Καλώς ή κακώς, επειδή η ιστορία επαναλαμβάνεται, το εγχείρημα πρέπει να γίνει όπως έγινε το 1974 από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Βεβαίως τότε δεν υπήρχε ούτε ESM ούτε ποσοτική χαλάρωση ούτε και μαξιλάρι. Θυμίζω ότι ο Καραμανλής έδρασε χωρίς κανένα από τα τρία. Σημειωτέον δεν υπάρχει κανένας κανονισμός στην ΕΕ που να απαγορεύει κάτι τέτοιο και εκτός του ότι μέσα στην πολιτική ανάγκη αντιμετώπισης της κρίσης και με δεδομένο πλέον ότι πρόβλημα δεν είμαστε εμείς, ούτε καν χρειάζεται να ρωτήσει. Γιατί αυτή τη στιγμή η ΕΕ έχει πολύ μεγαλύτερα προβλήματα από την Ελλάδα, και μια Λαγκάρντ διατεθειμένη να πρωταγωνιστήσει.
Στεκόμενος στα διαγγέλματα του πρωθυπουργού, ότι διαμορφώνουμε τη νοοτροπία μας από την αρχή και ξαναγράφουμε τον προϋπολογισμό μας, η επανίδρυση της σχέσης κράτους χρηματοπιστωτικού συστήματος θα πρέπει να έχει ως μοναδικό κριτήριο την επιβολή της ισχύος του κράτους.
Όλα αυτά με τα οποία χάναμε το χρόνο μας εδώ και μήνες που επέβαλλαν τα στελέχη των τραπεζών σε συνδυασμό με τους επενδυτές τους, δηλαδή του τύπου σχέδια Ηρακλής και πώλησης των κόκκινων δανείων λαμβάνουν τέλος εδώ. Μέσα από ένα τραπεζικό σύστημα που με κρατική παρέμβαση θα εξυγιανθεί, όλα τα hair cuts και όλες οι ρυθμίσεις μπορούν να επιβληθούν πλέον μέσα από την επιβολή του κράτους.
Δεν υπάρχει χρόνος για δημιουργία αναπτυξιακής τράπεζας, δεν υπάρχει δυνατότητα εμπιστοσύνης στις τράπεζες. Ενώ πρώτο βήμα -άσχετα αν διαφώνησα με την λογική του- της επιλογής της ΑΑΔΕ ως μηχανισμού αξιοποίησης και απελευθέρωσης ρευστότητας δείχνει ότι το κράτος μπορεί.
Κρατικοποιούμε τις τράπεζες στη μικρή αξία που έχουν σήμερα, τις ελέγχουμε και γυρίζουμε την οικονομία, κάτι που δεν μπορούν να κάνουν οι σημερινοί τραπεζίτες.
Αλλιώς η χώρα θα καταστραφεί. Τόσο απλά.
Όσο για τον πρωθυπουργό, όσο πιο γρήγορα κατανοήσει ότι αυτή η τετραετία δεν έχουμε την πολυτέλεια να έχει κανένα στοιχείο νεοφιλελευθερισμού ή φιλελευθερισμού τόσο πιο γρήγορα θα μπορέσει να επανέλθει σε αυτόν συν τω χρόνω.
Πολύ απλά, αναγνώριση της ανάγκης της ανάγκης ύπαρξης του κράτους, όπως το ΕΣΥ και τέτοιες λανθασμένες τραπεζικές αντιλήψεις δεν μπορούν να συμβαδίσουν.
ΥΓ: Είναι η καταλληλότερη χρονική στιγμή αυτό που ήταν όρος μνημονιακής στήριξης από την Ευρώπη η δημιουργία του ΤΑΙΠΕΔ να καταργηθεί. Δεύτερον, ίσως κατάλληλη η στιγμή και για τη διαμόρφωση νομικού πλαισίου για την αυτόματη πτώχευση νομικών και φυσικών προσώπων στο μοντέλο των Ηνωμένων Πολιτειών.