ΦΕΛΕΚΗΣ Ν – Πρώτο Θέμα
Δουλειά δεν είχε ο διάολος, γαργάλαγε τα παιδιά του. Την παροιμία αυτή θυμίζει η προεδρολογία. Κυβέρνηση και αντιπολίτευση, λες και δεν έχουν άλλη δουλειά να κάνουν, σκιαμαχούν, από πρωίας έως εσπέρας, για το ποιός θα είναι ο διάδοχος του Κάρολου Παπούλια. Οι μεν ψάχνουν να βρουν τους 180 βουλευτές προκειμένου να μην οδηγηθούμε σε πρόωρες εκλογές και οι δε αναζητούν τους 121 ώστε, στους επόμενους 4-5 μήνες, να στηθούν οπωσδήποτε οι κάλπες. Ακόμη και ο Καραμανλής, που έχει πιεί το αμίλητο νερό, μίλησε και, μέσω “τρίτων”, είπε την πρώτη φορά πως ο ίδιος δεν ενδιαφέρεται για το ύπατο αξίωμα και τη δεύτερη πως η προεδρική εκλογή πρέπει να γίνει το Νοέμβριο.
Δεν θα ήταν υπερβολή αν λέγαμε πως, αν συνεχιστεί αυτό το γαϊτανάκι των δηλώσεων για το ποιός μπορεί να πάει για Πρόεδρος της Δημοκρατίας, σε λίγο η μισή Ελλάδα θα έχει εγγραφεί στον κατάλογο των υποψηφίων. Ηδη τα ονόματα που έχουν ακουστεί ξεπερνούν τα είκοσι. Κουβέλης, Κωνσταντόπουλος, Καραμανλής, Μεϊμαράκης, Σημίτης, Αλέκος Παπαδόπουλος, Πάγκαλος (αυτός αυτοπροτάθηκε), Γιάννα Αγγελοπούλου, Γαβράς, Βούλγαρης, Νανόπουλος, Πικραμμένος, Παπαδήμος, Διαμαντούρος, Μαρίνος (ο παλιός διευθυντής του Οικονομικού Ταχυδρόμου, όχι ο καλλιτέχνης), Γλέζος, Δαμανάκη, Λαοκράτης Βάσσης, Αρβελέρ, Δημουλά, Μίκης Θεοδωράκης, Σταύρος Ξαραχάκος ακόμη και την Παπαρήγα κάποιος πρότεινε αρκεί να μην γίνουν εκλογές, ενώ κάποιος άλλος, νομίζω από το ΛΑΟΣ, προτιμά τον Μάϊκλ Δουκάκη “προκειμένου να αναχαιτιστεί η τούρκικη επιθετικότητα”. Όλως περιέργως, στο νέο γύρο προεδρολογίας, δεν ακούγεται πια το όνομα του sir Μαρκεζίνη, ενώ ο στρατηγός Φράγκος Φραγκούλης έμεινε στάσιμος στην επετηρίδα, φτάνοντας μέχρι το βαθμό του υπουργού Άμυνας. Αν αυτό δεν είναι ευτελισμός της Προεδρίας της Δημοκρατίας, τότε τι είναι;
Η πρώτη παρενέργεια λοιπόν από την ενσκήψασα προεδρολογία είναι η απαξίωση του θεσμού. Και μάλιστα σε μια εποχή που υποστηρίζεται, ολοένα και πιο έντονα, η άποψη περί ενίσχυσης των αρμοδιοτήτων του ΠτΔ -ακόμη και η άμεση, απ’ ευθείας από το λαό, εκλογή του. Είναι μάλιστα απορίας άξιον πως ο Κάρολος Παπούλιας δεν υπερασπίζεται, όχι τον εαυτό του, αλλά το θεσμό. Δεν αρκεί να είναι, όπως λένε οι πληροφορίες, ενοχλημένος από τη σχετική φιλολογία ούτε να οχυρώνεται πίσω από το περιορισμένο εύρος των αρμοδιοτήτων του. Θα έπρεπε να είχε αντιδράσει ζητώντας να σεβαστούν το θεσμό, αλλά και τον ίδιο καθώς διακινούνται σενάρια για επίσπευση της προεδρικής εκλογής. Η άποψη, που λέγεται πως υπάρχει στο Προεδρικό Μέγαρο, ό,τι δηλαδή “δεν πρέπει να γίνει και ο ίδιος μέρος αυτής της πολιτικά κακόγουστης και θεσμικά απαράδεκτης εικόνας” κρίνεται, από άλλους παράγοντες του δημοσίου βίου, ως εσφαλμένη αφού “η καθοιονδήποτε τρόπο αποχή από την (ευτελιστικού τύπου) συζήτηση για το ύπατο πολιτειακό αξίωμα, το οποίο ο ίδιος υπηρετεί και του οποίου είναι θεματοφύλακας ισοδυναμεί με συνέργεια και ως εκ τούτου δεν μπορεί να είναι αποδεκτή και μάλιστα από έναν πολιτικό ο οποίος άσκησε με σωφροσύνη και αξιοπρέπεια, έως τώρα, τα καθήκοντα του”.
Η δεύτερη παρενέργεια είναι ότι πλήττεται ευθέως και καίρια το πολιτικό σύστημα. Είναι που είναι απαξιωμένο δεν χρειαζόταν να δηλητηριάζεται και καθημερινά από την απίστευτη σεναριολογία και τη φημολογία για τον τρόπο με τον οποίο επιχειρείται να μαζευτούν τα 180 “κουκιά”. Η παρούσα Βουλή ακόμη και να καταφέρει να εκλέξει Πρόεδρο της Δημοκρατίας θα έχει ευτελιστεί. Από ναός της Δημοκρατίας, στη συνείδηση των πολιτών, θα έχει μετατραπεί σε άντρο αργυραμοιβών. Ακόμη και καμμία ύποπτη συναλλαγή (από αυτές που λέγονται ότι γίνονται ή μπορεί, προϊόντος του χρόνου, να γίνουν) να μην υπάρξει, σχεδόν όλοι θα είναι πεπεισμένοι για το αντίθετο. Και δεν πλήττεται μόνον η Βουλή, αλλά και η κυβέρνηση. Η εντύπωση που θα κυριαρχεί, και κατ’ επέκτασιν και η βάση στην οποίαν θα διεξάγεται η πολιτική αντιπαράθεση, θα είναι ότι η παράταση του βίου της δεν είναι απότοκο πολιτικής ηγεμονίας ή έστω ανοχής για να ολοκληρώσει το έργο της εφόσον ήθελε επιτύχει μια καλή συμφωνία για το χρέος, αλλά απότοκο επονείδιστων συμφωνιών και παράνομων συναλλαγών.
Η τρίτη παρενέργεια είναι πως η παρατεταμένη προεδρολογία επηρεάζει και το κυβερνητικό έργο. Τα συμπτώματα δυσλειτουργίας και απορρύθμισης που, επ’ εσχάτης, εμφανίζει ο κυβερνητικός μηχανισμός δεν οφείλονται μόνον στην “μεταρρυθμιστική κόπωση” και στις αστοχίες του οικονομικού επιτελείου ή στην αδυναμία να ξεπεραστούν οι αντιστάσεις της τρόικας προκειμένου να μην υπάρξει παρέκκλιση από το μνημόνιο, αλλά και στο γεγονός πως οι υπουργοί, τα κρατικά στελέχη και οι βουλευτές που συγκροτούν τη δεδηλωμένη αισθάνονται ότι το απώτατο όριο παραμονής στις θέσεις τους είναι ο Μάρτιος του 2015 καθώς όλοι προεξοφλούν νίκη του ΣΥΡΙΖΑ σε περίπτωση εκλογών. Αυτός ήταν και ο λόγος που η κυβέρνηση άνοιξε, πρόωρα, το θέμα της προεδρικής εκλογής. Ήθελε να αποφύγει το “κατέβασμα των μολυβιών”. Βέβαια, ο πρωθυπουργός και οι συνεργάτες του υποστηρίζουν πως ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ αυτός που άνοιξε το θέμα με την απειλή πως θα μπλοκάρει την προεδρική εκλογή. Σημασία δεν έχει ποιός το άνοιξε, αλλά το γεγονός πως η προεδρολογία κυριαρχεί και σε σημαντικό βαθμό αποσυντονίζει και δρα αποσταθεροποιητικά για την κυβέρνηση.
Εξυπακούεται ότι η παρατεταμένη αβεβαιότητα ως προς το χρόνο παραμονής της κυβέρνησης στην εξουσία προστίθεται στα εμπόδια να υπάρξει, στο επόμενο δίμηνο, οριστική διευθέτηση του ελληνικού χρέους από τους εταίρους-δανειστές μας. Κι αυτή είναι η τέταρτη παρενέργεια από την παρατεταμένη, και με διχαστικούς όρους διεξαγόμενη συζήτηση για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Η διάψευση, προχθές, από το ΔΝΤ ότι πρόκειται το Νοέμβριο να γίνει στην Ουάσιγκτον Διάσκεψη για το ελληνικό χρέος είναι αφενός ενδεικτική της δυσπιστίας με την οποίαν αντιμετωπίζουν τις εγχώριες εξελίξεις οι ξένοι και αφετέρου ενισχύουν τις φωνές όσων, κυρίως από το ευρωπαϊκό ιερατείο, υποστηρίζουν πως η (όποια) λύση στο ελληνικό πρόβλημα για να δοθεί τώρα, δηλαδή μέχρι το Νοέμβριο, θα πρέπει να έχει και την υπογραφή της αξιωματικής αντιπολίτευσης, διαφορετικά πρέπει να καθυστερήσει, τουλάχιστον μέχρι την Άνοιξη του 2015, προκειμένου να είναι ξεκάθαρο ποιός θα είναι ο αντισυμβαλλόμενος στη συμφωνία που θα υπογραφεί.
Τούτων δοθέντων, δεν είναι τυχαίο ότι, τελευταία, ακόμη και στο εσωτερικό της κυβερνητικής πλειοψηφίας εμφανίζονται φωνές που υποστηρίζουν ότι ίσως είναι καλύτερα ο Σαμαράς να σηκώσει τώρα το γάντι των εκλογών που του πετάει διαρκώς ο Τσίπρας. Ακόμη κι αν ο ΣΥΡΙΖΑ, όπερ και το πιθανότερο, είναι πρώτο κόμμα η διαφορά των δύο κομμάτων μπορεί να συγκρατηθεί στα ποσοστά των ευρωεκλογών, ενώ μη υπαρχούσης της αυτοδυναμίας, όπερ επίσης πιθανό, το πρόβλημα σχηματισμού κυβέρνησης και διακυβέρνησης μεταφέρεται στην Κουμουνδούρου. Αργότερα η διαφορά, πιθανολογούν και μάλλον βασίμως, θα είναι μεγαλύτερη και ο ΣΥΡΙΖΑ αυτοδύναμος. Πάντως, δίπλα σ’ αυτές τις φωνές, που ονοματίζονται και ως φωνές “ρεαλιστικής ηττοπάθειας”, το τελευταίο διάστημα αναπτύσσονται και κάποιες άλλες, “συστημικής ευθύνης” θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν αυτές, που υποστηρίζουν ότι θα μπορούσε, στο όνομα του εθνικού συμφέροντος, να υπάρξει ένα είδος συμφωνίας μεταξύ των κυρίων Σαμαρά και Τσίπρα προκειμένου να ολοκληρωθούν οι διαπραγματεύσεις με την τρόϊκα όσον αφορά το χρέος. Ως αντάλλαγμα η κυβέρνηση, εκτός από Πρόεδρο που θα μπορούσε να γίνει αποδεκτός από τον ΣΥΡΙΖΑ, θα μπορούσε να του κάνει και κάποια άλλη γενναία, και επωφελή γι’ αυτόν, πολιτική παραχώρηση και ταυτόχρονα να δεσμευθεί ότι οι εκλογές θα γίνουν το αργότερο σε έξι μήνες από την προεδρική εκλογή. Μια τέτοια συμφωνία μπορεί να μην άρεσε στους “αριστεριστές” της Κουμουνδούρου, αλλά θα βοηθούσε, λένε όσοι υποστηρίζουν και προωθούν στο παρασκήνιο αυτή την άποψη, τους “πραγματιστές” του ΣΥΡΙΖΑ να διευρύνουν την επιρροή τους στους νηφάλιους ψηφοφόρους και να καταδείξουν πως όχι μόνον είναι ώριμοι να κυβερνήσουν, αλλά και να διαγράψουν τον φόβο από τους πολίτες (και την κατηγορία από τους αντιπάλους τους) ότι σε περίπτωση που αναλάβουν τη διακυβέρνηση η τύχη της χώρας “θα παίζονταν στα ζάρια”. Μια τέτοια συμφωνία είναι σίγουρα δύσκολο να επιτευχθεί όμως από την άλλη θα είναι και δύσκολο, ακόμη και για λόγους ευστάθειας του πολιτικού συστήματος, ο ΣΥΡΙΖΑ να τα πάρει όλα: και την κυβέρνηση και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Και φυσικά, επειδή η περίοδος που διανύουμε είναι εξόχως πολιτική και ρευστή, το καλύτερο θα ήταν ο επόμενος Πρόεδρος της Δημοκρατίας να είναι πολιτικό πρόσωπο προκειμένου να μπορεί να χειριστεί με επάρκεια τις ασταθείς ισορροπίες και τις μελλοντικές κρίσεις που αναπόφευκτα θα προκύψουν…
ΣΧΟΛΙΟ ΑΠΟΚΑΥΚΟΥ: Για στριμωγμένους σοσιαλιστές, αρνητές μεν του Βενιζέλου φίλους δε του Σαμαρά, απολογητές του ΓΑΠ αλλά υποψήφιους του Κουβέλη θυμήθηκα από τα φοιτητικά μας χρόνια κάτι κατάλληλο: