(H νεκρολογία του
Φώσκολου από την Καθημερινή: Ο φωσκολικός ήρωας, ο Αβραμόπουλος, το γελοίο της σοβαροφάνειας)
πολιτικός αρθρογράφος Στέφανος Κασιμάτης, μιλώντας για την αξία της τέχνης του
«που έγκειται στην αποτυχία της», και για τον φωσκολικό ήρωα που έχει επηρεάσει
τόσο τον Δημήτρη Αβραμόπουλο όσο και τον Βύρωνα Πολύδωρα.
ζούσε ακόμη, αλλά ούτε με ένοιαζε να ξέρω αν είχε πεθάνει. Ημουν ικανοποιημένος
με την ιδέα ότι αποτραβηγμένος κάπου είχε «ξεθωριάσει», όπως οι παλιοί
στρατιώτες, που έλεγε κι ο Μακάρθουρ. Ωσπου πληροφορήθηκα χθες από την
εφημερίδα για τον θάνατο του Νίκου Φώσκολου σε ηλικία 87 ετών. Και,
ομολογουμένως, κάπως ένιωσα -δεν ξέρω πώς ακριβώς- γιατί τον Νίκο Φώσκολο τον
θεωρούσα, κατά κάποιο τρόπο, έναν από τους δασκάλους μου. Με τους χαρακτήρες
που έπλαθε στις ταινίες του και, φυσικά, στον «Αγνωστο πόλεμο», με έμαθε να
διασκεδάζω με τη γελοιότητα της σοβαροφάνειας στους ανθρώπους. Τι γέλια κάναμε
με τον αδελφό μου και τον παιδικό μας φίλο (μακαρίτη πια) τον Γιάννη, ξαπλωμένοι
στο χαλί να παρακολουθούμε στην τηλεόραση τον συνταγματάρχη Βαρτάνη και την
αφόρητη κλαψούρα της Γκέλυς Μαυροπούλου!
στερεότυπος ανδρικός χαρακτήρας στα έργα του Φώσκολου ήταν το αριστούργημα μιας
κωμωδίας, που μάλλον ο ίδιος δεν φανταζόταν ποτέ ότι δημιουργούσε με τους ήρωες
του. Είτε αξιωματικός ήταν είτε εισαγγελεύς (ποτέ «εισαγγελέας» στον κόσμο του
Φώσκολου), ο φωσκολικός ήρωας ήταν πάντα άτεγκτος, αδέκαστος, ανεπίληπτος, και,
φυσικά, πάντα αγέλαστος, αυστηρός και ευθυτενής, ώστε η μορφή να ταιριάζει με
το περιεχόμενο. Με την παρουσία του και μόνον απέπνεε ηθικό κύρος και εσωτερική
δύναμη. Ηταν η ενσάρκωση της auctoritatis, που θα έλεγε και ο λατρεμένος Βύρων.
(Εν παρόδω να σημειώσω ότι ο εν λόγω Βύρων δεν είναι η εκδοχή του φωσκολικού
ήρωα στην πραγματική ζωή, όπως ενδεχομένως να νομίζουν οι έχοντες επιφανειακή
γνώση του έργου του Φώσκολου. Ο Βύρων είναι κάτι πολύ περισσότερο: είναι η
παρωδία φωσκολικού ήρωα…).
νεύρωση της επιθετικής ανωτερότητας, εκείνου που ζει μέσα στην αυτεπίγνωση της
ακεραιότητάς του και ξέρει ότι περιβάλλεται από έναν κόσμο ο οποίος απειλεί να
τον διαφθείρει. Αλλά, βεβαίως, ήταν πάντα και αφύσικα πομπώδης· και ήταν αυτό
ακριβώς που έκανε τον φωσκολικό ήρωα μοναδικό, καθώς ισορροπούσε απεγνωσμένα
ανάμεσα στην τραγωδία και την κωμωδία και σε μάθαινε (έστω και αν αυτό δεν ήταν
μέσα στους σκοπούς του δημιουργού του) πόσο στενή είναι στην πραγματικότητα η
συγγένεια των δύο ειδών. Να το πω διαφορετικά, η αξία της τέχνης του Φώσκολου
έγκειται, τουλάχιστον για μένα, στην αποτυχία της: στη χοντροκοπιά και τη ρηχή
σχηματικότητα των χαρακτήρων του.
Στην ακμή της δημιουργικότητάς του, τα έργα του Φώσκολου ήσαν εξαιρετικά
δημοφιλή, σε μια εποχή που δεν υπήρχε η σημερινή υπερπροσφορά θεάματος, ούτε
φυσικά η απέραντη ποικιλία των επιλογών. Εξ ου και η μεγάλη επίδραση που
άσκησαν. Ανέφερα προηγουμένως τον προσωπικό τρόπο μου με τον οποίο προσέγγισα
τον φωσκολικό ήρωα. Πολλοί άλλοι όμως τον πήραν εντελώς στα σοβαρά, όπως
άλλωστε ήταν η πρόθεση του δημιουργού του. Ορισμένοι μάλιστα υιοθέτησαν το ύφος
του φωσκολικού ήρωα. (Οπως άλλοι υιοθέτησαν το πρότυπο του πάθους, που
δημιούργησε μία άλλη τεράστια μορφή των ελληνικών Seventies, ο Τόλης
Βοσκόπουλος, περίπτωση εν πολλοίς παράλληλη με του Φώσκολου…). Το φόρεσαν
κανονικά και έκαναν καριέρα με αυτό. Και η επιτυχία με την οποία πορεύθηκαν στη
ζωή με ένα ύφος βγαλμένο κατευθείαν από τις ταινίες του Φώσκολου, είναι μια
περαιτέρω απόδειξη της επίδρασης του έργου του εκλιπόντος: ο πολύς κόσμος τους
πήρε στα σοβαρά, όπως είχε πάρει και τις ταινίες στις οποίες το είχε πρωτοδεί.
Ενα πρόχειρο παράδειγμα που μου έρχεται στο νου είναι ο Αβραμόπουλος στις
δημόσιες εμφανίσεις του. Ας είναι, λοιπόν, ελαφρύ το χώμα που τον σκεπάζει.
(Τον Φώσκολο εννοώ· όχι, προς Θεού, τον Αβραμόπουλο…). Η κληρονομιά του ζει.»