«Ξυπνήστε, ραγιάδες! Ξυπνήστε, διάκοι! Ξυπνήστε, παπάδες!»… Σαν ν’ ακούμε τον νυχτερινό τηλεμεταπράτη «αντισυμβατικής γνώσης» να βροντοφωνάζει «σηκωθείτε από καρέκλες, κρεβάτια, καναπέδες, μπαουλοντίβανα και ξαπλώστρες» και τρέξτε ν’ αγοράσετε βιβλία που όλο «τελείωσαν» κι όλο διαφημίζονται. Ποιος μας αποκαλεί ραγιάδες και μας προτρέπει να ξυπνήσουμε από τον βαθύ ύπνο στον οποίο αυθαιρέτως πιστεύει ότι πέσαμε; Ο Καλαβρύτων και Αιγιαλείας Αμβρόσιος. Ανέθεσε μάλιστα τον ρόλο του ξυπνητηριού στις καμπάνες, κρίνοντας ότι μόνον έτσι δεν θα επικρατήσουν η «αμαρτία και η διαστροφή», τις οποίες, όπως και πάλι αυθαιρέτως υποθέτει, κομίζει το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο.
Ας αφήσουμε στην άκρη το ερώτημα αν την κωδωνοκρουσία θα την αναλάβουν οι νεωκόροι ή θα ανατεθεί ο προγραμματισμός της σε ηλεκτρολόγο, όπως είναι του συρμού και στα μικρότερα χωριά: καμπάνες από μαγνητόφωνο. Ας αφήσουμε επίσης στην άκρη τις δέκα πληγές του Φαραώ που θα μας βρουν αν ο γενικός γραμματέας της κυβέρνησης Π. Μπαλτάκος, που τόσο αγωνιά για την προστασία της ελεύθερης έκφρασης, ενδώσει στους αναρχοαντιρατσιστές της ΔΗΜΑΡ και του ΠΑΣΟΚ. Ας τα σημειώσουμε, απλώς για να ξέρουμε τι κακό θα μας βρει άνευ κωδωνοκρουσιών: «Ο γυμνισμός θα είναι ελεύθερος! Οι έμποροι ναρκωτικών θα κινούνται ελεύθερα! Η ομοφυλοφιλία, η πορνεία και κάθε είδους διαστροφή θα κυριαρχήσουν ολόγυρά μας ανεμποδίστως! Οι χιλιαστές ελεύθερα θα χτυπάνε την πόρτα μας! Θα απαγορεύεται στον ιεροκήρυκα να αναπτύσσει τον Ευαγγελικό Νόμο»…
Ας αναρωτηθούμε λοιπόν με ποια κριτήρια και ντοκουμέντα αποφάσισε ο επίσκοπος ότι είμαστε όλοι ραγιάδες. Αν δεν απέκτησε εξ επιφοιτήσεως τη γνώση αυτή, πού τη βασίζει; Πού θεμελιώνει το δικαίωμά του να προσβάλλει συλλήβδην κληρικούς και λαϊκούς, αποδίδοντάς τους έναν μειωτικότατο χαρακτηρισμό; Ραγιάδες οι Ελληνες; Ολοι; Δουλοπρεπείς και δουλόφρονες δηλαδή, αν δεν ξεχάσαμε το νόημα των λέξεων που με σοφολογιότατη αλαζονεία χρησιμοποιούμε; Προσκυνημένοι; Νενέκοι; Εθελόδουλοι; Πόθεν το συμπέρασμα του αγίου Αιγιαλείας; Και πόθεν η σιγουριά του ότι ελεύθεροι θα είμαστε μόνο αν συμφωνήσουμε μέχρι κεραίας με όσα διασαλπίζει κατά καιρούς; Να συμφωνήσουμε άραγε ακόμα κι όταν καλεί το χριστεπώνυμο πλήρωμα να ψηφίσει Ν.Δ. και μάλιστα συγκεκριμένο υποψήφιο; Ακόμα κι όταν, απευθυνόμενος στους χρυσαυγίτες, τους διαβεβαιώνει ότι «στην αρρωστημένη σήμερα Δημοκρατία μας, δεν είσθε βέβαια μια “Μαύρη Νύχτα”»; «Αν βελτιωθείτε», τους λέει πατρικά, «αν αποφύγετε κάποιες ανωφελείς ακρότητες του νεοφώτιστου, αν τροποποιήσετε το στυλ που εφαρμόζετε, αν ωριμάσετε δηλαδή, μπορείτε να καταστείτε μια γλυκιά ελπίδα για τον απελπισμένο πια πολίτη και μια ήρεμη δύναμη στο σαπισμένο πια πολιτικό σύστημα». Το στυλ φταίει;
Δηλαδή, δέσποτα, όσοι δεν πιστεύουν πως η Χ.Α. είναι μια «ήρεμη δύναμη» και μια «γλυκιά ελπίδα», είναι ραγιάδες; Ημαρτον.