Οι επικεφαλής των τραπεζών και οι πολιτικοί προσπαθούν να πείσουν τον κόσμο ότι η Ελλάδα αναρρώνει, ωστόσο όλη αυτή η αισιοδοξία -υποστηρίζει η Guardian- έχει απλά σκοπό να δικαιολογήσει τη θεραπεία-σοκ που επιβάλλεται στην Ευρωζώνη
Στο σχετικό άρθρο με τίτλο «Οι συζητήσεις για ανάκαμψη στην Ελλάδα είναι πρόωρες –και όλες για να δικαιολογήσουν τη λιτότητα», ο Aditya Chakrabortty αναφέρει πως τις τελευταίες εβδομάδες κορυφαία στελέχη της Αθήνας επιχειρούν να πείσουν τον κόσμο ότι οι ευτυχισμένες ημέρες έχουν επιστρέψει. Ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς μιλά πλέον για ένα ελληνικό «success story».
Ο επικεφαλής της ΤτΕ και ο υπουργός Οικονομικών διαλαλούν πως η Ελλάδα έχει γυρίσει σελίδα. Τα ελληνικά μέσα αλλά και τμήματα του διεθνούς οικονομικού Τύπου γνέφουν συγκαταβατικά. Και όσοι έχουν ελληνικά ή ευρωπαϊκά περιουσιακά στοιχεία προς πώληση συμμετέχουν στο πάρτι. «Ξεχάστε το Grexit -θα μπορούσε να έρθει Greecovery στη θέση του» έγραφε μια, ανόητη κατά τον αρθρογράφο- έκθεση.
Σύμφωνα με τον Chakrabortty, αυτό που διακυβεύεται εδώ είναι πολύ μεγαλύτερο από το αν μια οικονομία που αντιστοιχεί στο 2% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ αρχίζει πράγματι να βελτιώνεται. Λειτουργεί ουσιαστικά ως μέσο δικαιολόγησης της θεραπείας-σοκ που επιβάλλεται σε δοκιμαζόμενα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης.
Το ζήτημα έθιξε ανοιχτά στους FT η Maria Paola Toschi, στρατηγική αναλύτρια αγοράς της JP Morgan την περασμένη εβδομάδα. «Εάν η Ελλάδα μπορεί να παρουσιάσει τον εαυτό της ως μία ανακάμπτουσα οικονομία, έχοντας στο μεταξύ λάβει το φάρμακο της δημοσιονομικής λιτότητας και της μεταρρύθμισης στην πλευρά της προσφοράς, τότε η μεταρρυθμιστική ατζέντα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου θα αποκτήσει νέα αίγλη».
Αν η ελίτ της Ευρώπης και της Ουάσιγκτον μπορέσει να ισχυριστεί ότι οι ελληνικές πληγές «επουλώνονται» τότε θα μπορέσει και να απωθήσει τις επικρίσεις για τη λιτότητα που επιβάλλει. Θα μπορέσει επίσης να υπερασπιστεί ένα οικονομικό μοντέλο που μόλις πριν από τρία χρόνια φαινόταν να έχει περιέλθει σε αδιέξοδο.