Το κίνημα του «όχι» τσαλάκωσε το προφίλ του Ράμα
Του Νίκου Αναγνώστου
Κυριολεκτικά απ’ το χείλος του γκρεμού έσωσε τη νεοσύστατη κυβέρνησή του -και την υστεροφημία του- ο σοσιαλιστής Αλβανός πρωθυπουργός Εντι Ράμα, ο οποίος την ύστατη στιγμή, κυριολεκτικά στο παρά πέντε της λήξης της διορίας που του είχε τεθεί, αναδιπλώθηκε στην προειλημμένη απόφασή του -κι ας το αρνήθηκε- να δεχτεί την καταστροφή στη χώρα του 1.300 τόνων νευροπαραλυτικών αερίων του χημικού οπλοστασίου του Ασαντ.
Προφανώς είχε λογαριάσει χωρίς τον «ξενοδόχο», το διογκούμενο εκείνο κίνημα του «όχι», που συμπαρέσυρε ακόμη και τους μαθητές των σχολείων και στο οποίο ο πρωθυπουργός, παρά το «ανάθεμά» του προς τους «τσαρλατάνους της αντιπολίτευσης» και τους «άπληστους μιντιάρχες» της παραπληροφόρησης και του «επαίσχυντου αντιαμερικανισμού» τους, είδε «αξιέπαινο κουράγιο» και «καλούς διαδηλωτές».
Το πόσο ο σοσιαλιστής κυβερνήτης έπεισε τους συμπολίτες του με το χρέος της χώρας τους να πει «κατ’ αρχήν ναι» στους «ειδικούς συμμάχους Αμερικανούς», χωρίς τους οποίους «ο Μιλόσεβιτς θα ήταν ακόμη στο σβέρκο του μισού έθνους» και η Αλβανία εκτός ΝΑΤΟ, και πως όλα γίνονταν απλώς με «εχεμύθεια» με τους διεθνείς εμπειρογνώμονες, που μέλημά τους ήταν στο τέλος να μη μείνει «ίχνος χημικού στη χώρα», είναι νωρίς να προσδιοριστεί. Εκδηλη όμως ήταν, στην 3.796 λέξεων διακήρυξή του προς το έθνος, η δεινή θέση στην οποία είχαν περιέλθει η κυβέρνησή του και ο ίδιος, δίνοντας λαβή στους αντιπάλους για ανελέητο σφυροκόπημα. «Ο Ράμα πρόβαλε ως τυχοδιώκτης που επιζητά προσωπικό όφελος και αναδιπλώθηκε μόνο όταν τον εγκατέλειψαν όλοι» δήλωσε ο πρώην ΥΠΕΞ της Δημοκρατικής αντιπολίτευσης Αλντο Μπούμτσι, ο οποίος τον κατέστησε και ως τον «μοναδικό υπεύθυνο» για το «αμάρτημα» της «πρώτης διαμαρτυρίας των Αλβανών μπροστά στην αμερικανική πρεσβεία».
Πιο αφόρητα και απ’ την πίεση των αντιπάλων του ήταν τα φίλια πυρά που δέχτηκε εκ των έσω, από ορισμένους βουλευτές του που «προτίμησαν να συνταχθούν με το «κοινό περί δικαίου αίσθημα». «Μαζί με μας θα πεθάνουν ακόμη και οι ακρίδες» ήταν η δήλωση του 82χρονου σοσιαλιστή βουλευτή και διάσημου εθνικού ποιητή Ντριτερό Αγκόλι, ο οποίος στην αγνόηση της βούλησης του λαού διείδε «το τέλος της πολιτικής και του πλουραλισμού στην Αλβανία».
Προφανώς ο Ράμα, που μπόρεσε και έδωσε τέλος στην 8χρονη θητεία του άσπονδου αντιπάλου του Μπερίσα με αφήγημά του την «αναγέννηση του έθνους», δεν αντιλήφθηκε πόσο παράτολμο ήταν το εγχείρημά του αυτό να θίξει την πιο «ευαίσθητη» χορδή των συμπολιτών του, την περιβαλλοντική.
Αυτή που εύκολα ξεσήκωσε τους πολίτες, οι οποίοι όλα αυτά τα χρόνια της μεταπολίτευσης έβλεπαν τη μικρή τους χώρα με τα επικίνδυνα στοκ των όπλων Χότζα (γνωστή η τραγωδία του Γκερντέτσι των Τιράνων, το 2008, με 26 θύματα) να μετατρέπεται σε χωματερή ακόμη και ξενόφερτων βιομηχανικών και ραδιενεργών αποβλήτων -δεν τους έφθαναν τα δικά τους!- αλλά και να νοσούν απ’ τις επί δεκαετίες κατεψυγμένες τροφές των βοηθειών.
Κάνοντας την ανάγκη φιλοτιμία ο Ράμα μίλησε «για 31 επικίνδυνες ζώνες χημικών αποβλήτων» στο χάρτη της μικρής Αλβανίας (σ.σ.: που είναι όμως 32, μαζί με το Βρυώνι και το Μεσοπόταμο των υπερβολικών κρουσμάτων καρκίνου στον χώρο της Εθνικής Ελληνικής Μεονότητας, όπου επί Ραμίζ Αλία κατέληξαν, χωρίς να θαφτούν καλά καλά σε τάφρους, τόνοι ραδιενεργού καπνού απ’ την Ιταλία έναντι οικονομικών ανταλλαγμάτων).
Κι ας το χρέωσε στους πολιτικούς του αντιπάλους, εγκαλώντας τους πως παίζουν τον «ρόλο “δεινοπαθούντων” Σωκράτηδων γι’ αυτόν τον λαό, τον οποίο αφήσατε στους δρόμους, παραδομένον στα σκουπίδια, τα χρέη και τη χλεύη του κόσμου».
Κι ας δικαιολογήθηκε πως μέριμνά του και των υπεύθυνων διεθνών εμπειρογνωμόνων ήταν «να συνεχίσουν την αποστολή τους στον καθαρισμό όλων αυτών των εστιών».
Το μείζον, επομένως, είναι οι χαίνουσες περιβαλλλοντικές πληγές της μικρής και ανήμπορης γειτονικής χώρας και όχι το προφίλ Ράμα, που, στ’ αλήθεια, δέχτηκε γερό «τσαλάκωμα», αμέσως μετά τη στοχοποίησή του από τη φιλοευρωπαϊκή αλβανική διανόηση για φιλοοθωμανικό προσανατολισμό με το «στρατηγικό» άνοιγμα προς την Αγκυρα. Πάντως, το μήνυμα του χημικού «όχι» είναι διπλά διδαχτικό: για τους λαούς για την ισχύ τους και τους κυβερνώντες πως δεν μπορούν να αποφασίζουν ερήμην τους.