Του Παντελή Μπουκάλα
Δεν έλειψαν βέβαια ποτέ, ακόμα και σε κοινωνίες με ριζωμένους θεσμούς Δικαίου, οι πράξεις αυτοδικίας· η βεντέτα και το λιντσάρισμα. Ο ευφυής θεολογικός μετασχηματισμός, η μετάβαση από τις Ερινύες στις Ευμενίδες, δεν έχει ισχύ νόμου για όλους. Εχει υποχωρήσει, πάντως, η μέχρι φόνου εκδικητική δράση του ίδιου του κράτους που έχει αναλάβει να ρυθμίζει την κατά νόμον απόδοση δικαιοσύνης. Αλλά όσα έγιναν στις φυλακές του Μαλανδρίνου, στο Α.Τ. της Ιτέας και στο σωφρονιστήριο της Νιγρίτας, δείχνουν πως είμαστε υποχρεωμένοι να παίρνουμε τον δρόμο από την αρχή πάλι και πάλι. Με άλυτα τα προβλήματα που πιστέψαμε πως είχαν λυθεί οριστικά. Και με τον «βρασμό ψυχής» να χρησιμοποιείται σαν πρόχειρο άλλοθι για να δικαιολογούνται πράξεις συντελούμενες σε χώρους που δημιουργήθηκαν ακριβώς για να μη βρίσκει τόπο και τρόπο δράσης ο εν λόγω βρασμός.
Ο άγριος ξυλοδαρμός του Αλβανού φυλακισμένου Ιλί Καρέλι από τους ίδιους τους φύλακές του, τα ιατροδικαστικώς διαπιστωμένα βασανιστήρια που επέφεραν τον θάνατό του, μας έφεραν πίσω στην ίδια αφετηρία όπου μας είχε φέρει ο θάνατος του Ελληνορουμάνου κρατούμενου Σορίν Ματέι το 1998, που βρισκόταν και αυτός υπό την προστασία της πολιτείας. Τότε είχαμε την ευκολία να βάλουμε για ύπνο τη συνείδησή μας, νανουρίζοντάς τη με το παραμυθάκι ότι τίποτα κακό δεν αποδείχθηκε – και πώς άλλωστε να αποδειχθεί, όταν ο ελεγχόμενος είναι και ελέγχων, ο εξεταζόμενος και εξετάζων. Αλλά ας μη γελιόμαστε. Το εξπρές του μεσονυκτίου περνάει φυσικά και από την Ελλάδα. Καμιά φορά, όπως τώρα, περνάει καταμεσήμερο, και κάτι μαθαίνουμε, αφού το βαρύ μυστικό είναι αδύνατο να μείνει κρυφό. Συνήθως όμως όλα γίνονται στο σκοτάδι. Και στη σιωπή. Γιατί ο λόγος (ή το ουρλιαχτό) των φυλακισμένων, όσο καταγγελτικός κι αν είναι, είναι λόγος σιωπής για τους υπόλοιπους, τους απέξω και τους αποπάνω.
«Δηλαδή τι», ακούγεται το επιτιμητικό ερώτημα, έστω και αν κανείς δεν το θέτει ευθέως· «έχουν και οι φονιάδες δικαιώματα; Και οι ληστές;». Εχουν. Πώς αλλιώς. Και ας ακούγεται, ηχηρότατο τώρα, το «έλα, μωρέ…».