Του Σταύρου Λυγερού
Οι Ελληνες ξαναπάνε στις κάλπες υπό το κράτος αντιφατικών πιέσεων. Σε πρώτο επίπεδο κυριαρχεί η αμφίρροπη αναμέτρηση Ν.Δ. – ΣΥΡΙΖΑ. Εάν, όμως, ξύσουμε την επιφάνεια, θα δούμε ότι τα δύο αυτά κόμματα είναι οχήματα για την έκφραση δύο νεοπαγών ετεροκαθοριζόμενων πολιτικοεκλογικών ρευμάτων. Το ρεύμα υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ είναι στην πραγματικότητα ρεύμα εναντίον του Μνημονίου, που έχει δημιουργηθεί ως αντίδραση στα ερείπια που συσσωρεύει η ασκούμενη πολιτική. Είναι ένα ρεύμα οργής και τιμωρίας με σαφή «αντικαθεστωτική» υφή.
Στις 6 Μαΐου το πολύχρωμο αντιμνημονιακό ρεύμα φούσκωσε τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ, των Aνεξάρτητων Eλλήνων, της ΔΗΜΑΡ και εν μέρει της Χρυσής Αυγής. Η αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης ενισχύει εκλογικά τους δύο πρωταγωνιστές. Ο ΣΥΡΙΖΑ αναδεικνύεται στον βασικό εκφραστή της αντιμνημονιακής ψήφου, προσελκύοντας ψηφοφόρους όχι μόνο από τα όμορα αριστερόστροφα κόμματα, αλλά και από κόμματα όπως οι Ανεξάρτητοι Ελληνες και η Χρυσή Αυγή.
Προφανώς, οι ψηφοφόροι δεν ερωτεύθηκαν ξαφνικά τον Τσίπρα ούτε πείσθηκαν από το πρόγραμμά του. Απλώς θεωρούν την υπερψήφιση του ΣΥΡΙΖΑ έναν τρόπο να στείλουν μήνυμα ότι δεν πάει άλλο με το Μνημόνιο. Στην πραγματικότητα, είναι η ύστατη κραυγή ενός μεγάλου τμήματος της κοινωνίας (κυρίως αυτών που έχουν ήδη πέσει στον γκρεμό ή βρίσκονται πολύ κοντά στο να πέσουν) πριν διολισθήσει σε δυναμικές αντιδράσεις και πιθανότατα σε κοινωνική ανάφλεξη. Το γεγονός, μάλιστα, ότι μετεκλογικά και το ΠΑΣΟΚ και η Ν.Δ. ομιλούν για επαναδιαπραγμάτευση και η τρόικα εγκατέλειψε τη μέχρι τότε ανελαστική στάση της, θεωρήθηκε δικαίωση της αντιμνημονιακής ψήφου και ενισχύει το ρεύμα υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ.
Αντιδρώντας στη διόγκωση αυτού του ρεύματος, οι εγχώριες πολιτικές, οικονομικές και μιντιακές δυνάμεις βομβαρδίζουν την κοινή γνώμη με τον ισχυρισμό ότι η ακύρωση του Μνημονίου ισοδυναμεί με έξοδο από την Ευρωζώνη. Η Κουμουνδούρου αμφισβητεί αυτήν την πολιτική εξίσωση, αλλά την επιβεβαιώνουν με καταιγισμό δηλώσεων κάθε είδους Ευρωπαίοι αξιωματούχοι.
Ο βομβαρδισμός αυτός, σε συνδυασμό με την εξαντλητική κριτική που ασκήθηκε στο (συχνά ιδεοληπτικό και ενίοτε διάτρητο) κυβερνητικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, έχει ενεργοποιήσει τα συντηρητικά αντανακλαστικά στους κόλπους της μεσαίας τάξης, κυρίως σε πολίτες που έχουν ακόμα αρκετά να χάσουν. Ορισμένοι που είχαν στραφεί ή στρέφονταν προς τον ΣΥΡΙΖΑ παλινδρομούν. Το σημαντικότερο αποτέλεσμα, όμως, είναι μια ευρύτερη αντισυσπείρωση, κοινός παρονομαστής της οποίας είναι ο φόβος. Το αντι-ΣΥΡΙΖΑ ρεύμα κεφαλαιοποιείται εκλογικά από τη Ν.Δ., επειδή μόνο αυτή μπορεί να κόψει τον δρόμο του Τσίπρα προς την εξουσία. Είναι αξιοσημείωτο ότι ακόμα και ψηφοφόροι που απεχθάνονται τον Σαμαρά και που στις 6 Μαΐου είχαν ψηφίσει ΛΑΟΣ, Δράση, Δημιουργία Ξανά, αλλά και ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ, δηλώνουν τώρα ότι θα ψηφίσουν τη Ν.Δ. όχι επειδή τους πείθει πολιτικά, αλλά επειδή θεωρούν ότι μόνον έτσι θα αποτρέψουν τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ. Και μόνο το γεγονός, όμως, ότι σ’ αυτές τις εκλογές συγκρούονται δύο «αντί» καταδεικνύει ότι έχουμε ήδη εισέλθει σε επικίνδυνη ζώνη.