Ο Καποδίστριας ήταν ο πρώτος άνθρωπος που προσπάθησε να βάλει τις βάσεις της νεοελληνικής παιδείας, ξεκινώντας από την τεχνική εκπαίδευση. Γρήγορα, όμως, κατηγορήθηκε ως «φωτοσβέστης» από τη γνωστή νομενκλατούρα της εποχής που εμφορούνταν από τα ιδανικά της «φαναριώτικης παιδείας». Τελικά, όλοι ξέρουμε πού κατέληξε κι αυτός και οι ιδέες του…
Πέρασαν δύο αιώνες από τότε και ακόμα το παλεύουμε… Ο Φίλιππος αναγκάζεται να πάει σε ιδιωτική σχολή να γίνει μάγειρας και το σχολείο θα το τελειώσει σε νυχτερινό. Ο Κώστας περιμένει υπομονετικά να περάσουν τα τρία βαρετά χρόνια του Λυκείου να συνεχίσει στα χωράφια του πατέρα του και η Νεφέλη, ήδη, βοηθάει στο μικρό ξενοδοχείο της οικογένειας, διαβάζοντας περιστασιακά, ίσα-ίσα να μη μείνει στην ίδια τάξη.
Αυτές οι τρεις περιπτώσεις είναι και οι πιο αισιόδοξες γιατί η συντριπτική πλειοψηφία των μέτριων μαθητών δεν έχει καν προοπτική μετά το σχολείο. Απλά, σέρνονται πίσω από ένα πρόγραμμα εκπαίδευσης, στο Γενικό Λύκειο, για το οποίο αδιαφορούν εντελώς. Στην πραγματικότητα, δεν καταφέρνει να τους προσφέρει ούτε γενική μόρφωση ούτε εξειδίκευση, σε κάποια ειδικότητα που έχουν ταλέντο.
Στην Ελλάδα, το ποσοστό των μαθητών που παρακολουθούν τα ΕΠΑΛ και τις ΕΠΑΣ δεν ξεπερνά το 25%. Αντίθετα, στη Γερμανία, Τσεχία, Αυστρία και Ελβετία, αγγίζει το 70%. Στην Ελλάδα η ανεργία καλπάζει, ενώ αυτές οι τέσσερις χώρες έχουν τα μικρότερα ποσοστά στην Ευρώπη.
Δυστυχώς, η παραπάνω διαπίστωση είναι δραματική για το μέλλον μιας χώρας που ελπίζει στην αλλαγή του κλίματος στην οικονομία. Από ποιους περιμένουμε να δουλέψουν στην πρωτογενή οικονομία, σε ποιοτικές υπηρεσίες, σε νέες υποδομές;
To ζήτημα έπρεπε να ταρακουνήσει το υπουργείο. Χρόνια τώρα οι υπεύθυνοι αδιαφορούν υποκριτικά για την κατάσταση και στα δύο Λύκεια. Στο Γενικό, το 60% των μαθητών δεν είναι σε θέση να ανταποκριθούν. Από την άλλη, στα τεχνικά, επικρατεί ένα ανοργάνωτο, παραβατικό περιβάλλον, που αποτρέπει τους γονείς να στείλουν τα παιδιά τους. Έτσι, λοιπόν, έχουμε τη «σουρεαλιστική» εικόνα, όπου οι μαθητές περνούν αδιάφοροι, χιλιάδες ώρες της ζωής τους, για να επιλέξουν στο τέλος έναν δρόμο χωρίς ειδίκευση, χωρίς ενδιαφέρον και χωρίς σταθερή προοπτική.
Γέμισε η Ελλάδα από «γελασμένους» ανθρώπους που έζησαν την εφηβεία τους μέσα στη βαρεμάρα και τις ψεύτικες υποσχέσεις, για μια θέση ανώτερου υπαλλήλου με γραφείο και χαρτοφύλακα… «Τσίμπησαν» όλοι στο μότο των καθηγητών «είναι έξυπνος αλλά δεν διαβάζει…»! Τι να διαβάσει; Δεν είναι φτιαγμένος γι’ αυτά που του ζητάνε… Αλλού είναι ικανός και τον αναγκάζουμε να μάθει το «λύω» και τους «μιγαδικούς»! Κι όταν δεν μπορεί, τον απορρίπτουμε ως ανεπαρκή…
O υπουργός πρέπει να τρέξει την καινούρια πρόταση για το τεχνικό σχολείο, άμεσα. Θεωρώ πως είναι απαραίτητες οι εξετάσεις για το Γυμνάσιο αλλά και για το Λύκειο. Οι πρώτες ας είναι πολύ επιεικείς γιατί οι ηλικίες είναι μικρές αλλά για το Λύκειο πρέπει να είναι πολύ αυστηρές, ώστε να γίνεται σωστά ο διαχωρισμός. Παράλληλα, είναι απαραίτητος ένας οργανωμένος επαγγελματικός προσανατολισμός.
Το τεχνικό σχολείο πρέπει να εξελιχθεί σταδιακά, στον σημαντικότερο εκπαιδευτικό θεσμό. Χρειάζονται εργαστήρια, εξειδικευμένοι καθηγητές που θα συντονίζουν τα προγράμματα και οπωσδήποτε πειθαρχία και στόχευση. Το σημαντικότερο όμως, είναι το άνοιγμα στην αγορά εργασίας και τα συνδεδεμένα πανεπιστήμια. Είναι πολύ χρήσιμο να συμμετέχουν στα εργαστήρια, επαγγελματίες της περιοχής που θα είναι ενταγμένοι στο project του διευθυντή. Καθόλου κακό δεν θα ήταν να βρεθούν και χορηγοί που θα ενισχύουν τη λειτουργία του σχολείου. Γιατί η ειδικότητα του ηλεκτρονικού δεν μπορεί να υποστηριχθεί οικονομικά από μια μεγάλη εταιρεία κινητής τηλεφωνίας; Ακόμα, η ίδρυση πρότυπων τεχνικών σχολείων θα έδινε τεράστια ώθηση στην παραγωγή ταλέντων σε ό,τι έχει σχέση με καινοτομίες και νέες τεχνολογίες.
Όσο για τις περιθωριακές περιπτώσεις, είναι κοινωνική ανάγκη το ζήτημα να απασχολήσει ειδικούς, με σκοπό την ένταξή τους σε συλλογικό περιβάλλον.
Πρέπει να σπάσουμε τη φούσκα των ψευδαισθήσεων και να προσγειωθούμε. Δεν μπορούμε να κάνουμε όλοι δουλειές γραφείων, ούτε να διοικούμε τους άλλους. Κάποιοι από μας, οι περισσότεροι μάλλον, πρέπει να γίνουμε χειρώνακτες και να χτίσουμε πάνω σ΄αυτό, την οποιαδήποτε θεωρητική μας κατάρτιση. Μέχρι τώρα η ανευθυνότητα του πολιτικού συστήματος έπαιξε θέατρο μαζί μας και μας κορόιδεψε. Γι’ αυτό χάσαμε την αίσθηση της πραγματικότητας και τον προσανατολισμό μας. Γι’ αυτό ανοίγουμε μαγαζιά και τα κλείνουμε χρεωμένοι. Γι’ αυτό δηλητηριάζουμε τη γη, πεθαίνοντας από καρκίνο και παρακαλώντας για επιδοτήσεις. Γι’ αυτό βολοδέρνουμε σαν «ευκατάστατοι» προλετάριοι πίσω από επίδοξους σωτήρες. Είναι καιρός πια η πολιτική εξουσία να καταλάβει πως είναι καλύτερο να διοικεί συλλογικότητες που παράγουν, παρά «ψωνισμένους» αρχοντοχωριάτες, που έχουν συνεχώς το χέρι απλωμένο, επειδή «σιχαίνονται» να πιάσουν το κατσαβίδι…
*Ο Ανδρέας Ζαμπούκας είναι καθηγητής Κλασικής Φιλολογίας