«Να απαιτήσει η κυβέρνηση περισσότερους πόρους για επιδοτήσεις στους αγρότες» ζητούσε με αποφασιστική φωνή ο Αλέκος Αλαβάνος την εποχή που ήταν πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ και οι εθνικές οδοί της χώρας ήταν υπό την κατάληψη των τρακτέρ. «Δηλαδή το θεωρείτε αριστερή πολιτική οι αγρότες να απομυζούν τους φόρους των ευρωπαίων εργαζομένων, αφού από αυτούς προέρχονται οι επιδοτήσεις;» τον ρώτησα. Σιγή ιχθύος εκ μέρους του προέδρου και των παρευρισκόμενων στελεχών.
Γενικό ξεσηκωμό των αγροτών κηρύσσουν ο σημερινός ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ. Ξεσηκωμός γιατί; Αν το βλέπουν ως μια κατά μέτωπον επίθεση για να πέσει η κυβέρνηση του μνημονίου, ο στόχος είναι θεμιτός, εξηγήσιμος και αποδεκτός. Αν όμως με το γενικό ξεσηκωμό υπονοούν ότι έτσι οι αγρότες θα κατακτήσουν «τα δίκαια αιτήματά τους», μάλλον ζούμε μια από τις τελευταίες σκηνές ενός ρετρό έργου. Οντως σε κάποια των αιτημάτων τους, όπως ας πούμε το κόστος του πετρελαίου, οι αγρότες έχουν απόλυτο δίκιο. Σε κάποια άλλα, όπως το ποσοστό επιστροφής ΦΠΑ ή ο χρόνος σύνταξης, έχουν τα δίκια τους αλλά τα μέτρα αυτά εντάσσονται μέσα στην γενικότερη μνημονιακή πολιτική, αφορούν με παραπλήσιο τρόπο όλους τους εργαζόμενους και προφανώς δεν θα ευοδωθούν οι στόχοι τους (δες τα αιτήματα).
Αλλά όλα αυτά είναι τελευταία σπαράγματα μιας εποχής που αφήνει την τελευταία της πνοή. Από του χρόνου οι επιδοτήσεις θα είναι στοχευμένες και θα αρχίσουν να λιγοστεύουν. Νομοί… τετραώροφοι, όπως είχε πει ο Γιώργος Φλωρίδης για το Κιλκίς (καθώς σπέρνονταν τετραπλάσιες εκτάσεις από την επιφάνειά του), ή το φαράγγι της Σαμαριάς που στα χαρτιά φάνταζε… πεδιάδα αφού κάποιοι αγρότες έπαιρναν επιδοτήσεις δηλώνοντάς το ως καλλιεργήσιμη γη (!), μας τελειώνουν.
Όχι, δεν φταίνε οι αγρότες, και το λέω εν πλήρει συνειδήσει. Ανθρωποι του μόχθου ήταν, έρμαια στα κέφια του καιρού που κατέστρεφε τη σοδειά και στην αρπακτικότητα των εμπόρων και των μεσαζόντων. Ηρθαν οι επιδοτήσεις ως κεφάλαιο για την αναδιάρθρωση και αναπροσανατολισμό της παραγωγής τους. Αυτοί το θεώρησαν μόνιμο εισόδημα βρέξει-χιονίσει. Οι μεγαλοαγρότες των μεγάλων κάμπων τα σπατάλησαν σε διαμερίσματα, τζιπάρες, μπουζουξίδικα β΄ κατηγορίας που φύτρωναν σαν τα μανιτάρια στις αγροτικές περιοχές. Οι αγρότες έμειναν μόνοι, χωρίς κατεύθυνση, βοήθεια, προσανατολισμό (όχι βέβαια ότι ήταν και δεκτικοί στο να ακούσουν). Όμως δεν φταίνε αυτοί. Το «όλα τα κιλά όλα τα λεφτά» ήταν σύνθημα που το λανσάρισε και το αποδέχτηκε η εκάστοτε πολιτική ηγεσία της αντιπολίτευσης.
Πολιτικοί αρχηγοί, αρμόδιοι υπουργοί, μεγαλοστελέχη της Διοίκησης, κομματικοί κομισάριοι, υπεύθυνοι για τα αγροτικά, στα κόμματα της αντιπολίτευσης φυσικά γνώριζαν τι γινόταν. Γνώριζαν π.χ. ότι το βαμβάκι βρεχόταν για να βαρύνει στη ζύγιση, ότι μη κατ’ επάγγελμα αγρότες λυμαίνονταν επιδοτήσεις, ότι οι συνεταιρισμοί παρέπαιαν και τα αγροτικά προϊόντα έφευγαν προκειμένου να τυποποιηθούν στο εξωτερικό, αλλά ουδείς νοιαζόταν. Δεν έπρεπε να στενοχωρηθεί η εκλογική πελατεία. Γιατί η πελατεία δεν ήταν μόνο εκμεταλλεύσιμη στις εθνικές εκλογές. Αυτή ήταν το υπόβαθρο στήριξης και των υποψήφιων νομαρχών, δημάρχων, κοινοταρχών, ακόμα και δημοτικών συμβούλων, που προωθούσαν τα κόμματα. Ένα τεράστιο δίκτυ γνωστής αλλά συγκαλυμμένης ανομίας, ή έστω παρατυπίας, αποτελούσε τον ομφάλιο λώρο ανάμεσα στους κάμπους και τις πολιτικές ηγεσίες.
Οι συνενώσεις αγρών για μείωση του κόστους ή νέες καλλιέργειες, δεν προωθήθηκαν. Οι συνεταιρισμοί κατασπατάλησαν τις επιδοτήσεις, γέμισαν χρέη και κατάντησαν σφραγίδες. Εκτιμάται ότι το 60% τουλάχιστον των συνεταιρισμών σήμερα είναι ανενεργοί, συνέρχονται απλώς για να εκλέξουν εκπροσώπους για την δευτεροβάθμια οργάνωση, οι οποίοι με τη σειρά τους θα εκλέξουν την ηγεσία της τριτοβάθμιας οργάνωσης. Πάντα φυσικά μέσα από το κομματικό κέλυφος έκφρασης των αντιπροσώπων, με εκλεκτά συνήθως εκείνα τα κόμματα που υπερδοτούσαν σε αιτήματα επιδοτήσεων, και κυρίως εκείνο για το οποίο ο αγροτικός κόσμος ήταν «η ραχοκοκαλιά» του!
Δυστυχώς οι μελλοντικές μέρες στους κάμπους δεν ξημερώνουν λαμπερές. Οι αγρότες θα δοκιμασθούν ώσπου κάποιος να τους πει την αλήθεια και να αναλάβει την ευθύνη, με το όποιο κόστος, να τους προσανατολίσει σε νέες καλλιέργειες, ανταγωνιστικές και βιώσιμες.