Όταν προκαλείται στύση κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής διέγερσης, μια ουσία που ονομάζεται μονοξείδιο του αζώτου (ΝΟ) απελευθερώνεται στο σπηλαιώδες σώμα του πέους Αγορα Σιαλις Ελλάδα Αθήνα. Αυτή η απελευθέρωση του μονοξειδίου του αζώτου οδηγεί σε αύξηση ενός μεσολαβητή που επιτρέπει τη στύση.
Uncategorized

ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΒΑΣΙΑ!

Σαν σήμερα στα 1990 ήταν η τελευταία επίσημη συμμετοχή του κορυφαίου Έλληνα ποδοσφαιριστή κ Βασίλη Χατζηπαναγή, στον αγώνα Ηρακλής-Βαλένθια, ανήμερα των γενεθλίων του. Με αφορμή την αναπόληση αυτής της μοναδικής εύνοιας της τύχης να σημαδέψει ένας τέτοιος άνθρωπος τα χρόνια της ποδοσφαιρικής σου εφηβείας εκθέτω εδώ κάποιους γενικότερους προβληματισμούς:
ΟΠΑΔΟΙ & ΠΑΤΡΙΩΤΕΣ
Όταν ήμουν νέος υπήρχε στα ελληνικά γήπεδα ένας μάγος της μπάλας, ο κ. Βασίλης Χατζηπαναγής, που μοίρα κακή τον έριξε στο άγονο ελληνικό πρωτάθλημα της δεκαετίας του ’70, σε μια μικρομεσαία ομάδα & μάλιστα χωρίς δικαίωμα να αγωνιστεί καν στην εθνική γιατί είχε ήδη αγωνιστεί με τους νέους της τότε ΕΣΣΔ. Η συγκυρία & μόνο τον εμπόδισε να διακριθεί παγκοσμίως. Στη σημερινή παγκοσμιοποιημένη ποδοσφαιρική αγορά αναμφίβολα θα έπαιζε στην Ισπανία ή την Ιταλία και θα συγκαταλεγόταν στους υψηλότερα αμοιβόμενους ποδοσφαιριστές στο κόσμο. Όσοι γνωρίζουν από ποδόσφαιρο και έχουν γεννηθεί πριν το 1980, φαντάζομαι ότι συμφωνούν.

Τον πρωτοείδα να αγωνίζεται στο γήπεδο Ευόσμου, εναντίον του Αγροτικού Αστέρα, κάτι λιγότερο από Μπερναμπέου… Ποτέ δεν κατάλαβα τους φίλους μου που τα οπαδικά τους συναισθήματα τους οδηγούσαν κάθε βδομάδα να παρακολουθούν τις δημοφιλείς ομάδες των Αθηνών. Ενώ αυτές σερνόταν και εκείνοι χασμουριόταν, εγώ παρακολουθούσα τον κ. Βασίλη Χατζηπαναγή σε οιοδήποτε εκτός έδρας ματς έδινε με τον Ηρακλή στα γήπεδα της Αθήνας. Ήταν από τις λίγες φορές που η συνήθεια μου να κολυμπώ κόντρα στο ρεύμα μου απέδωσε σημαντικό όφελος.
Όταν συζητάμε για τις σχέσεις ατόμων από τη μία & εθνών, κρατών ή λαών από την άλλη πάντα μου έρχεται στο μυαλό αυτή η ιστορία. Τι προέχει άραγε, τα δικαιώματα των μεν ή των δε; Προφανώς η βάση της σκέψης μας και απώτατος φορέας κάθε αξίας είναι τα άτομα, όμως οι μεταξύ τους σχέσεις δεν παύουν να διαμεσολαβούνται από τους ενδιάμεσους θεσμούς, τους οποίους μάλλον δεν μπορεί κανείς να παραγράψει Όσο άδικο και αν ήταν αυτό που συνέβη για τον κ. Βασίλη, όσο και αν αυτό έβλαψε το παγκόσμιο ποδόσφαιρο, περιορίζοντας ένα τέτοιο ταλέντο στα ελληνικά γήπεδα, δεν μπορεί κανείς να ανατρέψει το γεγονός ότι το ποδόσφαιρο δεν είναι τένις αλλά παίζεται καθ’ ομάδας. Οι ομάδες αγωνίζονται στα εθνικά πρωταθλήματα και οι καλύτερες (;) εξ αυτών εκπροσωπούν τη χώρα τους στις διεθνείς διοργανώσεις. Όποιος θεωρεί ότι θα έπρεπε να μεταρρυθμίσουμε το ποδόσφαιρο προς τη κατεύθυνση του τένις, προκειμένου να αυξήσουμε την ελευθερία των αθλητών και την αναγνώριση της προσωπικής αξίας, μάλλον δεν ξέρει πολλά από ποδόσφαιρο.
Αυτό δεν σημαίνει πως είχαν δίκιο οι φίλοι μου, που ως οπαδοί τρέχανε αναγκαστικά γύρω από τις κουρελομάδες τους, παραγνωρίζοντας την προφανή αξία. Ήταν σίγουρα μακριά νυχτωμένοι! Αν όμως αυτοί αντιστοιχούν με τους ‘εθνικιστές’ όλου του φάσματος, που ξεκινά από τους ηπιότερους και φθάνει μέχρι τους ‘χούλιγκαν’, που πάντως όλοι μοιράζονται τη κοινή πεποίθηση πως είναι φυσιολογικό να μεροληπτούν υπέρ της ομάδας τους, τότε με τι να μοιάζουν άραγε οι κοσμοπολίτες; Θα ήταν αφελές να θεωρήσει κανείς εαυτό κοσμοπολίτη απλώς δηλώνοντας οπαδός της Μπάρτσα ή της Μάντσεστερ. Έτσι, μπορεί να είσαι κάλλιστα οπαδός ενός αλλότριου πατριωτισμού – οπαδισμού, που απλώς έτυχε να κυριαρχεί. Το πρόβλημα όμως δεν είναι αξιοκρατικό, πως ήταν δηλαδή οπαδοί κάποιας μέτριας (σε παγκόσμιο επίπεδο) ομάδας αλλά ότι ως οπαδοί φαίνεται πως δυσκολευόταν με τις αξίες και τελικά αδικώντας τον εαυτό τους, χειραγωγημένοι, επέλεγαν το μέτριο.
Μάλιστα στη σημερινή πραγματικότητα των πάμπολλων αθλητικών καναλιών συμβαίνει συχνά να υπάρχουν παράλληλες ποδοσφαιρικές μεταδόσεις. Και διόλου παράξενο δεν είναι το να προτιμήσει κανείς ένα αγώνα τύπου ΠΑΣ Γιάννενα – Αναγέννηση Καρδίτσας από τον παραλλήλως μεταδιδόμενο πχ Τσέλσυ – Λίβερπουλ. Όσο και αν μιλάμε για το ‘παγκόσμιο χωριό’ του σημερινού κόσμου φαίνεται ότι συναισθηματικά και το παραδοσιακό χωριό καλά κρατεί. Η ταύτιση με το σκοτεινό λιμένα του Λίβερπουλ και το μεγαλειώδες σωματείο του παραμένει δυσχερής για τους έχοντες βουκολικές παραστάσεις ένθεν κακείθεν της Πίνδου. Πρόσφατα δε μια τηλεοπτική διαφήμιση υπέρ τέτοιων ‘ξένων’ αθλητικών αναμετρήσεων, διαχειρίστηκε σκωπτικά το πρόβλημα της, αναζητώντας πειστικούς λόγους να είναι κανείς …Bohum ή Caggliari. Περίεργα αισθήματα ανιχνεύει κανείς και στις αντιδράσεις οπαδών, δίκην ρομαντικών απατημένων δεσποινίδων, έναντι παικτών που μετεγγράφησαν, επ’ αμοιβή βεβαίως. Βεβαίως, όσο οι προηγούμενοι οπαδοί των ‘μεγάλων’ δυσκολεύονται να απατήσουν την ομαδάρα τους με κάποια εμφανώς καλύτερη της Εσπερίας άλλο τόσο αδυνατούν να καταλάβουν και κάποιον που υποστηρίζει μια μικρή ομάδα μαχόμενη να αποφύγει τον υποβιβασμό ή που, ακόμη χειρότερα, αγωνίζεται σε χαμηλότερη κατηγορία από τη κορυφαία
Η κατασκευή του οπαδικού φρονήματος, όπως αντιστοίχως και του εθνικού, δεν αποτελεί μια αυθαίρετη ad hoc διεργασία αλλά μια διαρκή προσπάθεια δημιουργικής φίλαθλης ζωής, με καθοριστική σημασία να έχουν σε αυτή όσα εξασφαλίζουν το ‘ευ αγωνίζεσθαι’ ή το άλλως λεγόμενο fair play. Η δε αξία μιας τέτοιας προσπάθειας είναι αυτό θα λέγαμε προσπάθεια να καταστήσεις ένα μέρος του κόσμου, επάξια, δικό σου! Η ομαδάρα δεν είναι λοιπόν αυταξία, πρέπει να είναι επαξία. Και πως κρίνεται άραγε αυτό;
Κρίνεται κατ’ αρχάς από το αν προήγαγε το άθλημα όσον αφορά τους συμμετέχοντες. Είναι σημαντικός λόγος υπερηφάνειας το αν ένας παικτάκος της από τα τσικό διακρίνεται πλέον με την εθνική ομάδα ή πήρε μεταγγραφή σε κορυφαία ομάδα του εξωτερικού. Αν κάποια ομάδα δεν έχει καμία τέτοια συμβολή, πρόκειται προφανώς για αποτυχημένη ομάδα και για άτυχους αθλητές. 
Κατά δεύτερον, έρχεται το ζήτημα της δικαιοσύνης, του πως αντιμετωπίζει δηλαδή τις άλλες ομάδες. Επειδή μάλιστα πολλά βασίζονται & σε ιστορικές αφηγήσεις της διαδρομής, δεν είναι παράδοξη η συνεχής ενασχόληση των ομάδων με το σχετικό παρελθόν τους. Συχνά υποστηρίζουν προσπάθειες να ξαναγραφεί αποενοχοποιητικά η ιστορία τους. Όμως η καταγραφή της ιστορίας προκειμένου να εδραιωθούν ‘ακλόνητες’ αλήθειες της ηθικής δικαίωσης & αξίωσης της ομάδας καθενός δεν είναι πάντα μια αθώα ανοησία αφού συχνά αποσκοπεί στη κατοχύρωση μιας αριστοκρατίας & των σχετικών δικαιωμάτων της. Όπως γίνεται δηλαδή και με τη μεγάλη ιστορία…
Ένα τρίτο κριτήριο αφορά το πώς δραστηριοποιείται μια ομάδα από τη σκοπιά της παγκόσμιας σχετικής προσπάθειας. Τα κύπελλα του Άγιαξ με την επαναστατική είσοδο του επιθετικού ποδοσφαίρου θα έχουν πάντα μια ιδιαίτερη αξία, ενδεχομένως δηλαδή να μετρούν περισσότερο από πλουσιότερες προθήκες άλλων ομάδων. 
Αυτό που μετράει λοιπόν δεν είναι το μέγεθος, η δύναμη, η νίκη ή η ήττα των ομάδων, όσο η συλλογική προσπάθεια τους κι όχι τόσο απέναντι στους άλλους όσο έναντι του χειρότερου εαυτού τους. Το ποδόσφαιρο δεν θα γίνει φυσικά ποτέ άθλημα μεμονωμένων ποδοσφαιριστών, αξιοκρατικά διαγωνιζόμενων. Οι ομά-δες θα βασίζονται πάντα σε συλλογικές παραδόσεις, μνήμες, ταυτότητες βγαλμένες τόσο μέσα από ιστορικά ανδραγαθήματα όσο και από δυστυχήματα (αθλητικά και μη), που θα εξηγούν γιατί νοιώθουμε οικεία εδώ κι όχι παρακάτω. Πολλές συγκινή-σεις θα στερηθεί όποιος δεν κατανοεί ότι η συνύπαρξη των ατόμων σε αυτό το πεδίο προϋποθέτει την επιλογής μιας, τουλάχιστον, οπαδικής ταυτότητας. Φυσικά χωρίς γελοίες επιβαρύνσεις, πιθανώς περισσότερο κοσμοπολίτικης, εκλεκτικής, πλουραλι-στικής ή ακόμη και μεταλλάξιμης αλλά πάντως ταυτότητας. Αν δεχθούμε λοιπόν ότι θα υπάρχει πάντα το οπαδικό πνεύμα γιατί να δεχθούμε και ότι θα είναι πάντα στενοκέφαλο & οπισθοδρομικό; Ίσως υπάρχει τρόπος να είναι και προοδευτικό!
Πακης ο νοσταλγός

σχετικές αναρτήσεις

1 από 1.161

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *