Όταν προκαλείται στύση κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής διέγερσης, μια ουσία που ονομάζεται μονοξείδιο του αζώτου (ΝΟ) απελευθερώνεται στο σπηλαιώδες σώμα του πέους Αγορα Σιαλις Ελλάδα Αθήνα. Αυτή η απελευθέρωση του μονοξειδίου του αζώτου οδηγεί σε αύξηση ενός μεσολαβητή που επιτρέπει τη στύση.
Uncategorized

Untitled Post

Αποτέλεσμα εικόνας για εξομολογησηΤο “αμάρτημα” της γιαγιάς μου

Εδώ στην σοσιαλιστική μου “ντάτσα”, καθώς συμπληρώνονται τρεις ημέρες αυτοαπομόνωσης και ο καύσωνας την ημέρα είναι αφόρητος. ιδιαίτερα κατά τις απογευματινές ώρες, καταφεύγω στη δροσιά του inverter air condition -τέτοιο ακριβώς είχαμε και στο Δρίσκο τη δεκαετία του 50- και αναπολώ. τα περασμένα, ασφαλής ένδειξη του επερχόμενου γήρατος.

Βοηθούν σε αυτό και οι τρεις τετράποδοι  φίλοι μου, που κοιμούνται μακαρίως και μόνο όταν παρουσιαστεί κάποια ανάγκη δια του αρχηγού τους Ραμόν διαβιβάζουν τα αιτήματά τους τα οποία γίνονται ασμένως δεκτά! Αυτό θα πει σκυλίσια ζωή…
Αυτή βέβαια που δεν είχαμε στο διάσημο πάλαι ποτέ χωριουδάκι μου, το Δρίσκο ( παλαιότερα Βάξια) που δεν θα γράφονταν στις δέλτους της ιστορίας, εάν σε μια από τις κορυφές του δεν ξεψυχούσε πολεμώντας για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων ο Λορέντζος Μαβίλης.

 -Κάποτε λοιπόν θα περνούσε η νηπιακή ηλικία μου στην οποία αναφέρθηκα χαρακτηριστικά σε προηγούμενες διηγήσεις μου και θα ερχόταν η στιγμή της φοίτησης στο δημοτικό σχολείο. Σε ένα σχολείο, όπου δίδασκε το ζεύγος Δημητρίου Κοντοδήμου, από τα Καπέσοβο.
 Ο Δημήτριος Κοντοδήμος, ήταν δάσκαλος αυστηρότατος που εφάρμοζε στο έπακρο τις παιδαγωγικές μεδόδους της εποχής του, δηλαδή, όπου δεν πίπτει λόγος. πίπτει ράβδος και μάλιστα από καλά πελεκημένη κρανιά!
Γεγονός όμως είναι ότι οι πάντες έμαθαν γράμματα αλλά οι παιδαγωγικές  μέθοδοι της εποχής εκείνης στην Ελληνική επαρχία, που συμβάδιζαν και με την σκληρότητα των πολιτικών μεθόδων είναι άκρως συζητήσιμοι.
Στις δυο πρώτες τάξεις του σχολείου μας είχε την ευθύνη η γλυκυτάτη σύζυγος του μακαρίτη Κοντοδήμου, μακαρίτισσα πλέον και αυτή, η Βασιλική Πατσιούκου από τα Άνω Σοδενά, διακριτική και τρυφερή, στον αντίποδα του συζύγου της που στα μάτια μας φάνταζε ως τρομερός Κέρβερος!
Αυτή ήταν που με παρηγόρησε και μου έδωσε το απαραίτητο θάρρος, όταν την πρώτη ημέρα του σχολείου έβαλα γοερά τα κλάματα, αναλογιζόμενος το οριστικό τέλος των παιχνιδιάρικων στιγμών και της ανέμελης βουκολικής ζωής μου.
Αυτή ήταν που ως δεύτερη μάνα μας συμπαραστέκονταν σε κάθε δυσκολία.
Βέβαια το σχολείο δεν ήταν μόνο η πρώτη επαφή με τον πολιτισμό αλλά και η συναναστροφή με παιδιά από άλλους συνοικισμούς που η απόστασή τους ήταν τεράστια ακόμη και με τα μέτρα της εποχής εκείνης και η πρόσβασή τους στο σχολείο ήταν άθλος πραγματικός! Και η ανταλλαγή συζητήσιμων εμπειριών έδινε και έπαιρνε.
Μια από αυτές τις εμπειρίες ήταν και οι παγίδες που έστηναν για να πιάνουν πουλιά τα αγόρια της εποχής εκείνης και που έμελλε να γίνει η κακή μου συνήθεια μέχρι να εγκαταλείψω τον Δρίσκο, το 1963 λόγω καταστροφής του χωριού μου από κατολισθήσεις.
Θυμάμαι την άνοδο της αδρεναλίνης όταν σηκώνοντας την πρώτη παγίδα ( μια πλάκα με έναν απλό συνδυασμό από δύο ξύλα και ένα τρίτο που έφερε στην άκρη του μια κόρα ψωμιού, κατάλληλα προσαρμοσμένο στο βασικό, η περίφημη μπάτα) και ανακάλυψα το πρώτο θύμα μου, έναν πανέμορφο κοκκινολαίμη, που αθώος, σαν τους ψηφοφόρους, τσιμπούσε πεινασμένος το ψωμί και έχανε τη ζωή του και που ήταν από τα πιο προσφερόμενα θύματα από το βασίλειο των πτηνών!

Είχα πάει στη τρίτη τάξη και οι επιδόσεις μου στις παγίδες ήταν μεγάλες καθώς και οι συστάσεις του δασκάλου μας ήταν αυστηρότατες με απειλή κοψίματος του χεριού μας, εάν γινόταν σύλληψη επί αυτοφώρω νεαρού κυνηγού, κάτι για το οποίο είμασταν βέβαιοι αλλά η κακή συνήθεια δεν κόβονταν με τίποτε.
Μια Κυριακή μεσημέρι που δεν είχαμε σχολείο- να σημειώσουμε ότι η διδασκαλία διαρκούσε από το πρωί ως το βράδυ (από Δευτέρα ως και το Σάββατο) με ένα διάλειμμα το μεσημέρι για φαγητό που το φέρναμε μαζί μας, στον ένα ώμο ο σάκος με τα βιβλία, στον άλλο ώμο ο τουρβάς με το φαγητό και στο χέρι ένα ξύλο για τη σόμπα ήταν το φέρον υλικό ενός μαθητή στη δεκαετία του 50 στην ένδοξη ελληνική ύπαιθρο- πήγα για την καθιερωμένη αποκομιδή των λαφύρων μου στις καλά κρυμμένες παγίδες.
Φτάνοντας στην πρώτη  με την αγωνία στην κορυφή οποία έκπληξη και τρόμος!
Δίπλα στη πλάκα με το κεφάλι της κάτω από αυτή κείτονταν νεκρή μια τεράστια κότα!
Έκπληξη για το θήραμα που συνήθως ήταν κάποιος κοκκινολαίμης, κανένα κοτσύφι και σπανίως τα πονηρά σπουργίτια. Εδώ είχαμε κότα μεγάλη, ανέλπιστο πράγμα που πιθανότατα ήταν του συμπέθερου με τον οποίον γειτόνευαν τα κτήματά μας.
Τι θα έλεγα στους δικούς μου και ειδικά στη μάνα μου που δια ροπάλου μου είχε απαγορεύσει ούτε κορόμηλα να κόβω και ας ήταν της αδελφής της! Και αν το μάθαινε και ο δάσκαλος; Πανικός!
Κρύβοντας την κότα στην κάπα μου- έβρεχε κιόλας- έφυγα τρέχοντας με εμφανές το αδιέξοδο.
Για καλή μου τύχη, να ο ξάδελφός μου ο Χρήστος, τέσσερα χρόνια μεγαλύτερός μου, που αποφασίζει να κρυφτούμε στο δάσος,  να ανάψουμε φωτιά και να φάμε την κότα, χωρίς να το πάρει κανείς χαμπάρι και ούτε …κότα ούτε ζημιά!
Έτσι και έγινε. Μαζέψαμε ξύλα και ανάψαμε φωτιά με τον καπνό να φτάνει στον ουρανό. Ο εξάδελφος ξεπουπούλιασε την κότα και της έκανε νεκροτομή που αποκάλυψε δεκάδες ώριμα αυγά και άλλα υπό δημιουργία! Και ενώ το μάθημα ανατομίας προχωρούσε και ο θαυμασμός ήταν έντονος, προβάλλουν οι μορφές των δικών μας.
Είχαν δει τους καπνούς και με την καχυποψία έντονη, ήλθαν να δουν. τι συνέβαινε.
Ήταν  και η εποχή που λόγω των δραματικών γεγονότων του εμφυλίου που αν κάποιος περαστικός διάλεγε το χωριό μας για  να πάει στη δουλειά του, άνετα χαρακτηρίζονταν ως κατάσκοπος από τους πολύπαθους και ευφάνταστους χωρικούς.
Οι εξηγήσεις μας αντιμετωπίστηκαν με γερές σφαλιάρες προς σωφρονισμό και μόνο με την παρέμβαση της γιαγιάς μου λύθηκε το πρόβλημα, αφού υποσχέθηκε να μαγειρέψει την κότα του συμπεθέρου της και διέταξε να σταματήσει ο σωφρονισμός!
Η γριά κότα έβραζε όλη την νύκτα και την επομένη με τη σούπα της  και το κρέας της έφαγαν δυο οικογένειες και μάλιστα και ο θύτης που αν έβλεπε σούπα έκανε εμετό και αυτό το έκανε τώρα αγογγύστως, μιας και ήταν η δεύτερη τιμωρία και ήξερε ότι έπρεπε να την υποστεί…

Ο καιρός περνούσε και το επεισόδιο είχε ξεχαστεί. Τα Χριστούγεννα ήταν προ των πυλών και μιας και ο δικός μας παπάς είχε πεθάνει, η Μητρόπολη επιστράτευσε τον παπά από την Μάζια, τον παπά Ευσταθόπουλο, που ήταν μάλιστα και κουμπάρος μας, να έλθει στο γειτονικό Δρίσκο για να εξομολογηθούν οι χωριανοί τις αμαρτίες τους.
Αυτή η εξομολόγηση μου φάνταζε μέχρι τότε ως φοβερή δοκιμασία και ποτέ δεν ήθελα να την υποστώ!
Έτσι γεμάτος θαυμασμό  αντιμετώπισα την απόφαση της γιαγιά μου να πάει για εξομολόγηση. Και γεμάτος προσμονή περίμενα την επιστροφή της από την εκκλησία.
Η γιαγιά επέστρεψε συνοφρυωμένη και ανέτοιμη να υποστεί τις ερωτήσεις μου.
-Βάβω, είπες όλες τις αμαρτίες σου την ρώτησα αφελώς εγώ
-Όλες παιδάκι μου μου, απάντησε η γιαγιά μου, με ύφος που δεν σήκωνε αντίρρηση
– Και για την κότα του συμπέθερου, που φάγαμε, συνέχισα ελόγου μου!
– Τι λες, παιδάκι μου να το πω στον παπά και αυτός να το μαρτυρήσει στο φίλο του τον συμπέθερο, απάντησε η βάβω μου αποφασιστικά! -Για χαζή με περνάς;
Αυτό ήταν αρκετό για να απομυθοποιήσω από την ηλικία των εννέα χρονών το μυστήριο της ιερής …εξομολόγησης μια και καλή.
Και όσο περνούσαν τα χρόνια και θυμόμουνα  και θυμάμαι αυτή την απάντηση τόσο ανέβαινε  και ανεβαίνει η εκτίμηση που είχα  και έχω στη γιαγιά μου, την Μαρίνα! Από αγάπη άλλο καλό…

Βοηθούν κAir Condition


Air Condition


Air Condition

σχετικές αναρτήσεις

1 από 1.162

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *