Η ιστορία πίσω από ένα από τα σπουδαιότερα αρχοντικά της πόλης των Ιωαννίνων
Κρυμμένο και εγκλωβισμένο ανάμεσα σε πολυκατοικίες αμφιβόλου αισθητικής, πολύ κοντά στο γήπεδο ποδοσφαίρου των Ιωαννίνων, βρίσκεται ένα από τα ωραιότερα κτίρια που είδα τον τελευταίο καιρό. Τα Γιάννενα είναι μια πόλη που βρίθει υπέροχων κτιρίων, με πολλά δυστυχώς να έχουν καταστραφεί –χαρακτηριστική περίπτωση, το αρχοντικό Ιωαννίδη στο κέντρο της πόλης– παίρνοντας μαζί τους το άρωμα και την ιστορία αλλοτινών εποχών. Κάποια έχουν κριθεί διατηρητέα, ενώ κάποια άλλα δυστυχώς ρημάζουν στον χρόνο ελλείψει ενδιαφέροντος (;) ή οικονομικών πόρων.
Ελπιδοφόρα περίπτωση, που έστω και την τελευταία στιγμή σώθηκε από τον αφανισμό, είναι το γνωστό αρχοντικό με την ονομασία «οικία Χουσεΐν Μπέη» ή «σπίτι του δεσπότη». Για να αντλήσω περισσότερες πληροφορίες για το παλαιότερο αρχοντικό της πόλης των Ιωαννίνων απευθύνθηκα στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Ιωαννίνων. Η Βιβή Γιούνη, αναπληρώτρια προϊσταμένη, με ενημέρωσε για τις εργασίες που έχουν συντελεστεί μέχρι σήμερα για τη διάσωση του κτιρίου αλλά και για το τι μέλλει γενέσθαι.
Η φωτιά, η ΕΗΜ και η μητρόπολη
Το πανέμορφο ξύλινο κτίριο μετρά τρεις αιώνες ζωής. Κτισμένο τον 18ο αιώνα (μεταξύ 1740 και 1780), το 1959 κηρύχθηκε ιστορικό διατηρητέο μνημείο και δείγμα λαϊκής αρχιτεκτονικής. Το 1820 η μεγάλη φωτιά που ξέσπασε –απόρροια της μάχης μεταξύ των σουλτανικών στρατευμάτων και του στρατού του Αλή Πασά– κατέστρεψε μεγάλο μέρος της πόλης, ωστόσο το αρχοντικό κατάφερε να διασωθεί λόγω των αμπελώνων που το περιέβαλλαν. Λέγεται ότι για μικρό διάστημα ήταν το σπίτι του μητροπολίτη Ιωαννίνων και εκεί οφείλεται η ονομασία «σπίτι του δεσπότη». Με την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1924 το αρχοντικό πέρασε στα χέρια της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος ως ανταλλάξιμη περιουσία.
Σημαντικά στοιχεία για την ιστορία του κτιρίου αντλούμε από το βιβλίο «Ήπειρος. Ιστορική παράδοση και δημιουργική συνέχεια. Η Εταιρεία Ηπειρωτικών Μελετών και ο θεμελιωτής της Κώστας Φρόντζος» (Ιωάννινα, 1989). Όπως αναφέρεται, ο μητροπολίτης Ιωαννίνων Σπυρίδων αγόρασε το εν λόγω κτίριο από την Εθνική Τράπεζα με σκοπό να το μετατρέψει σε Λαογραφικό Μουσείο.
Έτσι το 1970 η ΕΗΜ απευθύνθηκε στη μητρόπολη ζητώντας την πλήρη παραχώρηση ή πώληση του κτιρίου. Το αίτημά της δεν έγινε δεκτό. «Η Εφοροεπιτροπεία των Αγαθοεργών Καταστημάτων στήριξε την απόφασή της σε εσφαλμένη βάση. Γιατί σκοπός δεν ήταν η απλή διατήρηση του κτιρίου –θα κατέρρεε, αν δεν επενέβαινε η ΕΗΜ– αλλά και η αποκατάστασή του στα αρχικά του περιγράμματα και η χρησιμοποίησή του αργότερα ως Λαογραφικού Μουσείου της πόλης. Αν μόνο στη διατήρηση του οικήματος απέβλεπε η ΕΗΜ, δεν υπήρχε λόγος να ζητήσει την παραχώρηση. Αυτό μπορούσαν να το κάμουν αλλά δεν το έκαμαν και τα Αγαθοεργά Καταστήματα της μητρόπολης. Η ΕΗΜ, παρά τη διάθεση εκατοντάδων χιλιάδων δραχμών για την αποκατάσταση του αρχοντικού, υποχρεώθηκε να σταματήσει τις επισκευαστικές εργασίες. Αργότερα έλυσε τη μίσθωση και το αρχοντικό ξαναγύρισε στη μητρόπολη» πληροφορούμαστε.
Τη δεκαετία του 1950 πάντως το μεγαλύτερο τμήμα του περιβάλλοντος χώρου οικοδομήθηκε και το κτίριο δέχτηκε σωρεία επεμβάσεων και –κακότεχνων– επισκευών για τις ανάγκες των κατά καιρούς ενοίκων του. Η σημερινή του μορφή είναι αποτέλεσμα επάλληλων προσθηκών.
Οι εργασίες αποκατάστασης και το μέλλον του κτιρίου
Το αρχοντικό Χουσεΐν Mπέη, γνήσιο δείγμα της παραδοσιακής γιαννιώτικης αρχιτεκτονικής, έχει διάταξη σε σχήμα «Π» με εσωτερική αυλή και αποτελείται από ισόγειο και όροφο. Τα δύο σκέλη του «Π» καταλαμβάνονται από τα καλοκαιρινά δωμάτια κατασκευασμένα από τσατμά. Στο ισόγειο υπήρχαν οι βοηθητικοί χώροι, αποθήκες για τρόφιμα, κρασιά και χώροι για τα ζώα. Στον όροφο υπάρχουν ο ημιυπαίθριος χώρος (δοξάτο) και η κρεββάτα (μεγάλη σάλα) και τα χειμωνιάτικα δωμάτια στο πίσω μέρος του κτιρίου. Στην πρόσοψη υπάρχει μεγάλη πέτρινη σκάλα. Εσωτερικά διέθετε πλούσιο ξυλόγλυπτο διάκοσμο στις οροφές, στα παράθυρα και αλλού, γύψινα τζάκια και ζωγραφικό διάκοσμο στους τοίχους. Να σημειώσουμε ότι δύο μεγάλες γωνίες του ξύλινου, ζωγραφισμένου με φυτικό διάκοσμο ταβανιού, αφού συντηρήθηκαν, εκτίθενται στο Βυζαντινό Μουσείο Ιωαννίνων στο πλαίσιο της περιοδικής έκθεσης «Ο καιρός της Επανάστασης. Τα Γιάννενα από τον Ρήγα στον Byron».
Το αρχοντικό κατά το παρελθόν έχει υποστεί πολλές άτεχνες επεμβάσεις (κλείσιμο ανοιγμάτων, επισκευή τοίχων με τσιμεντότουβλα). Οι επεμβάσεις αυτές, σε συνδυασμό με την απουσία συντήρησης για δεκαετίες, την εισροή βρόχινων νερών από τη στέγη αλλά και τα διαφορετικά υλικά δόμησης στον όροφο, οδήγησαν σε εκτεταμένες βλάβες στον φέροντα οργανισμό του.
«Η ανάγκη για τη λήψη άμεσων μέτρων για την προστασία του μνημείου και την άρση επικινδυνότητας κρίθηκε επιτακτική και η Εφορεία Αρχαιοτήτων Ιωαννίνων στο πλαίσιο Προγραμματικής Σύμβασης (προϋπολογισμού 300.000 ευρώ) με την Περιφέρεια Ηπείρου και τη Μητρόπολη Ιωαννίνων εκτελεί εργασίες άρσης επικινδυνότητας του κτιρίου. Οι εργασίες ξεκίνησαν το 2017 και θα ολοκληρωθούν τον Νοέμβριο του 2020. Τα άμεσα αυτά μέτρα σχεδιάστηκαν με στόχο τη διάσωση, σε πρώτη φάση, του ιδιαίτερα ευάλωτου στατικού φορέα του μνημείου έως ότου εξασφαλιστεί, σε δεύτερο χρόνο –μετά τις οριστικές επισκευές–, η αποκατάσταση της φέρουσας ικανότητάς του» μας ενημερώνει η κ. Γιούνη.
Μέχρι σήμερα έχουν υλοποιηθεί στερεωτικά μέτρα (υποστυλώσεις, αντιστηρίξεις, επισκευή στέγης καιεπικάλυψή της με φύλλα λαμαρίνας) προκειμένου να εξασφαλιστεί η ευστάθεια της κατασκευής και να προστατευτεί το μνημείο από περαιτέρω φθορά.
Παρόλο που οι εργασίες, αν μη τι άλλο, έσωσαν το «σπίτι του δεσπότη» από την πλήρη καταστροφή και μαζί του και μέρος της ιστορίας των Ιωαννίνων, το τι μέλλει γενέσθαι με το κτίριο, το πώς μπορεί να φτάσει σε σημείο να επανέλθει πάλι στη ζωή, το να αποκτήσει δηλαδή μια μελλοντική χρήση με την πλήρη αποκατάστασή του (ώστε να έρθει σχεδόν στην αρχική του μορφή, όπως η τοποθέτηση νέας στέγης αντικαθιστώντας την προσωρινή από λαμαρίνα), επαφίεται στο ενδιαφέρον των αρμόδιων αρχών.
Η κ. Γιούνη μας ενημέρωσε ότι όσον αφορά τη μελλοντική του χρήση το υπουργείο Πολιτισμού βρίσκεται σε συνεννόηση με τοπικούς φορείς. Με την ευχή να συνεχιστούν απρόσκοπτα οι απαραίτητες ενέργειες.
Φωτογραφία: Ιωάννης Μπενέκος