Όταν προκαλείται στύση κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής διέγερσης, μια ουσία που ονομάζεται μονοξείδιο του αζώτου (ΝΟ) απελευθερώνεται στο σπηλαιώδες σώμα του πέους Αγορα Σιαλις Ελλάδα Αθήνα. Αυτή η απελευθέρωση του μονοξειδίου του αζώτου οδηγεί σε αύξηση ενός μεσολαβητή που επιτρέπει τη στύση.
Γνώμη

Η αναβολή, η ματαίωση και η καταστροφή

 

Αλέξανδρος Ραπακούσιος*

«Η αναβολή σημαίνει ματαίωση. Η δε ματαίωση, καταστροφή». Η παροιμιώδης φράση του πατέρα μου ερχόταν πότε στ’ αστεία και πότε στα σοβαρά, κάθε φορά που επέλεγα να αναβάλλω μία πράξη μου: από το να τακτοποιήσω το αχούρι δωμάτιό μου, μέχρι και το να κλείσω εγκαίρως τα εισιτήρια για κάποιον προορισμό. Ήταν μια καλοκουρδισμένη κασέτα, το άκουσμα της οποίας γνώριζα πως δεν επρόκειτο να γλιτώσω, σε όλες εκείνες τις στιγμές αθώων αναβολών, που στις περισσότερες περιπτώσεις πράγματι κατέληγαν σε ματαιώσεις. Αυτό που αμφισβητούσα ήταν η τελευταία λέξη. Ε όχι δα και καταστροφή· αυτό ήταν σαφώς η επιτομή της υπερβολής!

Η φράση του πατέρα μου ξαναήρθε στο ενήλικο μυαλό μου στον απόηχο της πολύνεκρης τραγωδίας, αλλά πλέον, χωρίς την μερική αμφισβήτησή της. Η αναβολή στην χώρα μας όντως συνεπάγεται και ματαίωση. Και η ματαίωση, οδηγεί αποδεδειγμένα πλέον και στην καταστροφή.

Αν παρακολουθήσει κανείς την πορεία των έργων τηλεδιοίκησης και σηματοδότησης, θα έρθει αντιμέτωπος με τις βασικές, διαχρονικές παθογένειες του ελληνικού κράτους. Έργα ασφαλείας που έχουν πληρωθεί, αλλά η εγκατάστασή τους έχει αναβληθεί. Μερικώς λειτουργικά συστήματα που υποτροπιάζουν και η επισκευή τους παίρνει αέναη παράταση. Κοινοπραξίες και ανάδοχοι, που με την ανοχή του κράτους, μεταθέτουν την παράδοση των έργων για «μετά». Πολιτικές ηγεσίες, αρμόδιοι υπουργοί και διοικήσεις φορέων, που ξοδεύουν το πολιτικό τους κεφάλαιο αλλού, αλλά όχι για να ασκηθεί πίεση με σκοπό την έγκαιρη παράδοση των έργων. Ένας μηχανισμός δικαιοσύνης, για τον έλεγχο και την εξέταση προσφυγών και ενστάσεων, τόσο βραδυκίνητος και δύσκαμπτος, που ματαιώνει την όλη διαδικασία και ρίχνει τα έργα στις καλένδες. Ξεμπλοκάρισμα συμβάσεων, τόσο αργοπορημένο, που η μεταβολή του κόστους και η ραγδαία τεχνολογική εξέλιξη, καθιστούν την τότε σύμβαση ξεπερασμένη και έτσι εκείνη, στέλνεται ξανά, πίσω στο μηδέν. Και φτου απ’ την αρχή.

Το δυστύχημα ήταν απότοκο μιας «τέλειας» καταιγίδας. Μ’ έναν ανεπαρκώς καταρτισμένο και ουδέποτε αξιολογημένο σταθμάρχη που τοποθετήθηκε όπως τοποθετήθηκε σε θέση καίριας ευθύνης. Μ’ έναν κρατικό ΟΣΕ που απέτυχε να εκπληρώσει τη βασική του αρμοδιότητα, την ασφάλεια των υποδομών και της κίνησης των τρένων, μαζί με τον εξίσου κρατικό ΕΡΓΟΣΕ, που καμία σύμβαση δεν υλοποίησε, κάνοντάς μας όλους να αναρωτιόμαστε τι είδους πάρτι στήθηκε ξανά με τα εκατομμύρια των κοινοτικών και εθνικών κονδυλίων που διατέθηκαν γι’ αυτόν ακριβώς τον σκοπό. Με μια Ρυθμιστική Αρχή, που έβλεπε τα τρένα να περνούν, αποτυγχάνοντας στον εποπτικό της ρόλο, παραχωρώντας τον στον ωχαδερφισμό. Με μια ιδιωτική εταιρία, που παραπλανούσε το κοινό της συνειδητά, υπερθεματίζοντας για την ασφάλεια των δρομολογίων της.

Με την πολιτική ηγεσία της τελευταίας δεκαετίας, που στον χώρο των μεταφορών ενδιαφέρθηκε για πολλά – όχι όμως για την ασφάλεια του κοινωνικού συνόλου. Είτε αγνοώντας τις διαρκείς προειδοποιητικές ιαχές των εργαζομένων και των ειδικών, είτε αδιαφορώντας για τα δεκάδες μικρής και μεσαίας έντασης ατυχήματα που κάθε μήνα γίνονταν στις ράγες, είτε υποχρηματοδοτώντας και περικόπτοντας το προσωπικό του ΟΣΕ, είτε επιτρέποντας το φάγωμα των χρηματοδοτήσεών του, είτε εργαζόμενη ως παρκαδόρος κομματικών ρουσφετιών σ’ αυτόν. Είτε, πάλι, αναβάλλοντας τα έργα ασφαλείας για τους επόμενους, είτε αφοπλίζοντας τη Ρυθμιστική Αρχή από ανθρώπινο δυναμικό και εργαλεία εποπτείας, είτε στερώντας της την αποφασιστικότητα για άσκηση σκληρότερου ελέγχου, είτε διαφημίζοντας την ασφάλεια και την ταχύτητα των τρένων με τόση περισσή αλαζονεία, που η κατάρρευσή της στην κοιλάδα των Τεμπών έγινε με κρότο.

Το τι οφείλεται στους νεκρούς, μαζί με την ηθική, ψυχολογική και υλική στήριξη όσων έμειναν πίσω να τους κλαίνε, έχει ήδη ειπωθεί. Εύστοχη απόδοση των ευθυνών και ένα σιδηροδρομικό δίκτυο που ποτέ ξανά, κανείς γονιός ή φίλος δεν θα θρηνήσει τον χαμό του δικού του ανθρώπου. Ούτε τα κλειστά φώτα στα σπίτια, ούτε οι σιωπηρές διαμαρτυρίες θα ακουστούν στα προ πολλού αποδεδειγμένα κλειστά αυτιά. Η σιωπή είναι για τους θύτες. Φωνή χρειάζεται, τώρα, περισσότερο από ποτέ.

Η ελληνική κοινωνία θρηνεί συλλογικά. Όχι μόνο για τους νεκρούς της και τα σκοτωμένα όνειρά τους. Αλλά και επειδή ψυχανεμίζεται, πως δεν θα διδαχθεί κανείς τίποτα από την τραγωδία, όπως κανείς δεν διδάχθηκε και από τα πολύνεκρα δυστυχήματα στο παρελθόν. Δεν είναι η μοίρα μας. Είναι το απαύγασμα της συνειδητής μας πορείας· από την αναβολή, στην ματαίωση, στην καταστροφή, στον θρήνο και ξανά από την αρχή.

* Ο Αλέξανδρος Ραπακούσιος είναι πτυχιούχος Διεθνών Σχέσεων

σχετικές αναρτήσεις

1 από 18

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *