|
|
Πριν σχεδόν 73 χρόνια, στις 23 Αυγούστου 1939 στη Μόσχα, υπογραφόταν το κομμουνιστικό-ναζιστικό σύμφωνο μη επίθεσης από τον χιτλερικό υπουργό Εξωτερικών Γιοάχιμ φον Ρίμπεντροπ και τον υπουργό Εξωτερικών της Σοβιετικής Ένωσης Βιατσεσλάβ Μιχαήλοβιτς Μολότωφ. Κύριος στόχος του συμφώνου, οι φιλελεύθερες ευρωπαϊκές δημοκρατίες. Σήμερα, καθώς η ιστορία επαναλαμβάνεται ως φάρσα και τα πολύ μικρά μιμούνται τα πολύ μεγάλα, παρατηρούμε ένα νέο «σύμφωνο μη επίθεσης», ενόψει των επικείμενων εκλογών στην Ελλάδα, μεταξύ των διαφόρων συνιστωσών της άκρας αριστεράς και των σχηματισμών της ακραίας έως και ναζιστικής δεξιάς. Κοινός στόχος που ενώνει τους σπίθες με τους πυρπολημένους, τη Χρυσή Αυγή με τον Σύριζα και το ΠΑΜΕ του ΚΚΕ και εν γένει τη μυθομανή αριστερά με την επίσης εθνικολαϊκιστική δεξιά, τους τηλεπωλητές με τους τηλεμαϊντανούς, είναι ο ιδεολογικός «τρίτος γύρος» που επιδιώκουν να οδηγήσει στην τελική τους επικράτηση επί των φιλελεύθερων ιδεών, του ορθολογισμού και του διαφωτισμού. Στην επικράτησή τους επί του οράματος της Ευρωπαϊκής Ελλάδας που μοιραίως τους έθεσε στο περιθώριο.
Αρχιστρατολόγοι των δυνάμεων του ανορθολογισμού, τα δύο ένοχα κόμματα εξουσίας, που αφού κατέστρεψαν τη χώρα με την αχαλίνωτη σπατάλη, ιδιοποίηση δημόσιου χρήματος, τον χρόνιο λαϊκισμό, αφού καθοδήγησαν τον λαό στην κατάβαση προς τον Άδη της συλλογικής διαφθοράς («μαζί τα φάγαμε», λαέ μας!), τώρα παραμένουν μέχρις εσχάτων αδιόρθωτα, παγιδεύοντας και τις όποιες υγιείς δυνάμεις εμπεριέχουν.
Οι αυτοαποκαλούμενοι «αρχιτέκτονες του αντιμνημονιακού αγώνα» διεκδικούν την ψήφο για να εφαρμόσουν το μνημόνιο που μόλις υπέγραψαν, δεσμευόμενοι ότι θα το τηρήσουν απαρέγκλιτα για να το αλλάξουν!
Οι αρχιδιαπλεκόμενοι σηκώνουν τη ρομφαία κατά της διαφθοράς των μικροϋπαλλήλων τους και σπεύδουν να σφουγγίσουν τα πόδια του λαού ως μετανοούσες Μαγδαληνές. Αυτός ο «άτιμος» όμως κλωτσάει και ψάχνει –τυφλωμένος από την οργή και αηδιασμένος από την κοροϊδία– να στείλει το μήνυμα της αγανάκτησής του με τον πιο ακραίο δυνατό τρόπο. (Εξ ου και κάποιες επικίνδυνες εκτονώσεις θυμικής και ετοιμόρροπης λογικής. Δυστυχώς απαιτούνται, από όλους, βαθύτερες και μονιμότερες διεργασίες αντιδράσεων και αναλόγου ορίζοντα ασκήσεις αυτογνωσίας).
Έχει βέβαια κάθε λόγο ο λαός να είναι οργισμένος. Γιατί τώρα μόλις συνειδητοποιεί ποιος είναι ο μεγάλος χαμένος από τη μετατροπή της Ελλάδας σε χώρα-«υπόδειγμα» διαφθοράς, αναξιοκρατίας, σε χώρα των κομματαρχών και των κολλητών, σε χώρα που δικαιώνει τους φοροφυγάδες εις βάρος των εντίμων, τους αεριτζήδες εις βάρος των δημιουργικών, τους τεμπέληδες εις βάρος των εργατικών, τους απατεώνες εις βάρος των τιμίων και νομοταγών. Τη μετατροπή της σε χώρα που για να γίνεις κάτι έπρεπε ή «να φιλήσεις κατουρημένες ποδιές» ή να σκαρφαλώσεις τον βράχο σκαλίζοντας ο ίδιος με τα νύχια σου τα πατήματα.Ο μεγάλος χαμένος σ’ αυτή τη χώρα και σ’ αυτή την ιστορία είναι ο ίδιος ο μέσος πολίτης και δεν το είχε έως τώρα συνειδητοποιήσει γιατί τον λογαριασμό αυτών των πολιτικών τον στέλναμε στο μέλλον, με τα δανεικά που μας κατέστρεψαν.
Λέγεται ότι η κρίση μπορεί να είναι και ευκαιρία, και συνήθως εννοείται η οικονομία, η ανάπτυξη, ο εκσυγχρονισμός. Αλλά είναι πασιφανές ότι άλλες κατηγορίες κεκτημένων της κρίσης οφείλουμε προηγουμένως να κατανοήσουμε ως εκκρεμείς παθολογίες οι οποίες καραδοκούν. Γιατί όλοι οι πρωταγωνιστές του δράματος είναι ακόμη εδώ, στην πολιτική, στα μέσα «ενημέρωσης», στη διοίκηση, στα πελατειακά δίκτυα. Έτοιμοι να επανακάμψουν με τη λεοντή του αναβαπτισθέντος στα νάματα τής περί χρηστής, διαφανούς και δίκαιας διοίκησης ανέξοδης φλυαρίας τους.
Οι ευθύνες των δυνάμεων του ορθού λόγου και της σωφροσύνης, των διανοητών και των διανοουμένων, των πολιτών και προπαντός των πολιτικών που ενστερνίζονται τη φιλελεύθερη σκέψη και τις δημοκρατικές ιδέες, είναι τις στιγμές αυτές πολύ μεγάλες. Αν κάτι διδάσκει η ιστορία είναι ότι οι ευκαιρίες που παρέρχονται δεν επανέρχονται.
Η Ελλάδα χρειάζεται όσο ποτέ σήμερα τις δυνάμεις του ορθού λόγου, αυτονόητα πολέμιες του λαϊκισμού, την ευρωπαϊκή πορεία και προοπτική. Χρειάζεται οι δυνάμεις αυτές να βρουν τη δύναμη να βγουν από την αφάνεια, να θυσιάσουν τους εγωισμούς τους στο συλλογικό καλό, να συνειδητοποιήσουν πού οδηγείται η χώρα και να σκεφθούν τι μπορούν να προσφέρουν και να θυσιάσουν, ο καθένας από τη θέση του και βάσει των δυνατοτήτων του.
Στην Ελλάδα υπάρχουν και άνθρωποι με αξία και αξίες και σύγχρονες πνευματικές υποδομές και αντίληψη του τι σημαίνει να ζεις σε μια κανονική ευρωπαϊκή δημοκρατία. Για να απαλλαγούμε συνεπώς από τη νοοτροπία της «κατουρημένης ποδιάς», για να την κάψουμε μεταφορικώς ή κυριολεκτικώς δεν χρειάζεται ούτε πρέπει να κάψουμε τη χώρα. Αν κάποιος έλεγε πριν από τρία χρόνια ότι η σημερινή Ελλάδα μπορεί να αλλάξει δραματικά προς το χειρότερο κανείς δεν θα τον πίστευε. Κι όμως, θα είχε δίκιο. Το ίδιο ισχύει και σήμερα. Η Ελλάδα δεν βρίσκεται –ακόμη!– στον πάτο όπως νομίζουμε. Τα 11 εκατομμύρια άνθρωποι που ζουν στην Ελλάδα έχουν ακόμη και σήμερα συνολικό εθνικό εισόδημα όσο οι τρεις μεγαλύτερες γειτονικές μας χώρες των Βαλκανίων στις οποίες ζουν 36 εκατομμύρια άνθρωποι.
Υπάρχει λοιπόν και άλλος πάτος αλλά και καλύτερο μέλλον. Πώς θα αποφύγουμε τον πρώτο και θα πορευτούμε προς στο δεύτερο; Προϋπόθεση είναι η αναγνώριση πως ένα κράτος αρπαγής, ασυδοσίας, απληστίας και ακολασίας, δημιούργημα της κομματικής ιδιοτέλειας ηγετών και ηγετίσκων, στους οποίους –για να μην ξεχνιόμαστε– εκθύμως και επανειλημμένως εμπιστεύθηκαν οι νεοέλληνες τη διαχείριση των δημόσιων «αρετών» και ιδιωτικών βίτσιων τους, αυτονοήτως δεν μπορεί να αναγεννηθεί εκ της τέφρας του. Για να ανεβούμε το δύσκολο μονοπάτι της ουσιαστικής ευρωπαϊκής σύγκλισης και της χωρίς εισαγωγικά δημοκρατίας, πρέπει πρώτα να εκδιώξουμε από τα μέρη μας τον αφόρητο Υπαρκτό Λαϊκισμό. Αντί λοιπόν να φύγουμε εμείς, ας εκδιώξουμε από τη χώρα την Κατουρημένη Ποδιά.