Δημήτρης Τζιάλλας*
Βρισκόμαστε στην κορύφωση του 3ου κύματος της πανδημίας αναμένοντας όλοι μας με αγωνία να επιβεβαιωθούν τα επιδημιολογικά μοντέλα, ώστε να έχουμε τις επόμενες βδομάδες κάμψη των κρουσμάτων, άρα και κάποιες καλύτερες προοπτικές στην διαχείριση των επιπτώσεών της, καθώς οι κλίνες ΜΕΘ βρίσκονται οριακά στην πληρότητά τους. Τα ερωτήματα για την αποτελεσματικότητα της κυβέρνησης είναι πολλά, όμως μπορούμε με σχετική ασφάλεια να επισημάνουμε κάποια σημαντικά στοιχεία τόσο στον στρατηγικό και επιτελικό της σχεδιασμό, όσο και στην διαχειριστική της ικανότητα στην αντιμετώπιση αυτής της κρίσης.
Στρατηγικά, επέλεξε να αντιμετωπίσει την πανδημία με όρους πολιτικής προστασίας και όχι δημόσιας υγείας. Με τον χωροφύλακα στις πλατείες και όχι με τους επιστήμονες στην κοινότητα.
Επιτελικά, ανέθεσε ρόλο νοσοκομείων αναφοράς Covid-19 στα μεγάλα τριτοβάθμια νοσοκομεία της χώρας και στην συνέχεια ανέθεσε σε αυτά και τον ρόλο των εμβολιαστικών κέντρων, σηκώνοντας όλο το βάρος της επιδημιολογικής κρίσης, καθιστώντας τα όμως ουσιαστικά νοσοκομεία μιας νόσου.
Διαχειριστικά, επέλεξε το μοντέλο της κλειστής επιτελικής διοίκησης σε όλη την βαθμίδα διοίκησης του συστήματος, με διορισμένους διοικητές και με τα «δικά της παιδιά» (300 καρατομήσεις στελεχών Νοσηλευτικής Υπηρεσίας σε ένα χρόνο).
Επέλεξε, συνειδητά, να μην ενισχύσει το Δημόσια σύστημα με μόνιμες προσλήψεις, να μοιράζει χειροκροτήματα, να προσθέτει εικονικά κρεβάτια ΜΕΘ (αλλάζοντας ονομασία σε υπάρχουσες δομές) καθώς: «..Αν είχαμε ακούσει τον ΣΥΡΙΖΑ για τις ΜΕΘ θα είχαμε πετάξει δεκάδες εκατομμύρια» και να μην εμπλέξει ενεργά τον Ιδιωτικό τομέα στην αποσυμφόρηση την κρίσιμη στιγμή.
Επέλεξε, συνειδητά, να επενδύσει στην «επικοινωνία και όχι στην ουσία», χρυσοπληρώνοντας τα ΜΜΕ για να προβάλουν καθημερινά την προπαγάνδα της με τις λίστες Πέτσα.
Επέλεξε, συνειδητά, να αφήσει τα Πανεπιστήμια κλειστά για να περάσει τους νόμους που ήθελε και να ανοιγοκλείνει τα σχολεία, γεμίζοντας τις σχολικές αίθουσες με μαθητές καθώς: «..οι 15 μαθητές στην τάξη είναι χειρότερο επιδημιολογικά από τους 25».
Επέλεξε, συνειδητά, να μην λάβει κανένα μέτρο για τις καθημερινές μετακινήσεις των πολιτών, καθώς: «…ο κορονοϊός δεν κολλάει στα σχολεία και στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς», σύμφωνα με τον Πρωθυπουργό..
Επέλεξε να μην προωθήσει στην κλινική πρακτική ενδεδειγμένες θεραπείες, όπως τα μονοκλωνικά αντισώματα, και την ατομική ευθύνη (self test), έναντι της σοβαρής και επιστημονικής επιδημιολογικής επιτήρησης. Τέλος, επέτρεψε συνειδητά την διασπάθιση δημόσιου χρήματος με αναθέσεις προμηθειών σε φίλους και κολλητούς.
Η Κυβέρνηση εκ του αποτελέσματος, διαχειρίστηκε την πανδημία με λάθος στρατηγική αλλά και με επιτελική ανεπάρκεια. Διαχειριστικά εργαλειοποίησε τους επιστήμονες, επιβάλλοντας τις απόψεις της και στάθηκε ανίκανη -με τις συνεχείς αντιφάσεις της και την ανυπαρξία στόχευσης -να φέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα, φτάνοντας η χώρα μας να έχει 10.000 νεκρούς (θλιβερή πρωτιά σε αναλογία πληθυσμού) παρά το μεγαλύτερο και πιο αποτυχημένο λοκντάουν της Ευρώπης, καταφέρνοντας, παράλληλα, να διαλύσει την οικονομία και να σπείρει την απογοήτευση στη νέα γενιά.
Μπροστά στην ολοκληρωτική αυτή κοινωνική αποτυχία, αμνηστεύει (όπως έκανε και με τους τραπεζίτες) την Εθνική Επιτροπή Προστασίας Δημόσιας υγείας που είχε την κύρια ευθύνη της χάραξης πολιτικής, ανοίγει βιαστικά και χωρίς σχέδιο την εστίαση και τον τουρισμό χωρίς τον εμβολιασμό των εργαζομένων του κλάδου, και επαναφέρει τον εργασιακό μεσαίωνα με το νομοσχέδιο για τα εργασιακά καταργώντας στην ουσία το 8ωρο και άλλες κατακτήσεις των εργαζομένων.
Πλέον στρέφει όλες τις δυνάμεις της από την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας (ανίχνευση-θεραπεία) στον εμβολιασμό, αναδιοργανώνοντας και αποσυντονίζοντας για άλλη μια φορά το υγειονομικό σύστημα φορτώνοντας εμβολιαστικές γραμμές στα νοσοκομεία αναφοράς, αφήνοντας την ιχνηλάτιση των νέων κρουσμάτων στην ατομική ευθύνη του καθενός.
Ευχή όλων ο εμβολιασμός να πετύχει και να πετύχει σύντομα, καθώς αποτελεί πλέον το μόνο όπλο μας. Δυστυχώς όμως, τίποτα δεν μαρτυρά ότι αυτό που ονομάστηκε Επιτελικό κράτος με την στρατιά των Άριστων φίλων και γνωστών στο τιμόνι μπορεί να εγγυηθεί τουλάχιστον την ελπίδα για τον Ελληνικό λαό και την έξοδο από την υγειονομική και οικονομική κρίση που μας οδήγησαν.
Η πανδημία COVID-19 ανέδειξε τον κυρίαρχο ρόλο του Δημόσιου Συστήματος Υγείας, ήλθε να ακυρώσει κάθε νεοφιλελεύθερο αφήγημα για την πολιτική υγείας και να συμβάλει, συγκυριακά τουλάχιστον, στην αναγκαστική οπισθοχώρηση της κυβέρνησης της ΝΔ στα σχέδιά της για ιδιωτικοποιήσεις. Δεν υπάρχει καμμιά αμφιβολία για τις αποφάσεις της επόμενης μέρας της κρίσης. Είναι επιτακτική η ανάγκη της ριζικής αναδιοργάνωσης του ΕΣΥ με ένα πρόγραμμα που να επικεντρώνει στην δημόσια υγεία και την διασύνδεση των υπηρεσιών υγείας και φροντίδας.
Χρειάζεται ένα Νέο όραμα, ένα Νέο κοινωνικό συμβόλαιο με τους πολίτες και τους εργαζόμενους στην υγεία, και νέοι πόροι για το ΝΕΟ –ΕΣΥ που έχει ανάγκη η χώρα μας, οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχοι.
*Ο Δημήτρης Τζιάλλας είναι νοσηλευτής και το άρθρο δημοσιεύτηκε στον Ηπειρωτικό Αγώνα