Τάκης Λιδωρικιώτης
Ο Ηρακλής ως θνητός υιός του πατέρα όλων των Θεών, ήταν μια αντιφατική μορφή που μπορούσε να νικηθεί μόνο ύπουλα. Πως νικήθηκε λοιπόν;
Και αυτό το μέλλον σύντομα ήρθε, ως Ιόλη, οπότε η ζηλιάρα σύζυγος πότισε με το δηλητήριο έναν ολόκληρο χιτώνα (χιτώνας του Νέσσου) και του τον έστειλε πεσκέσι, για να τον φορέσει ο καλός της κατά τις τελετές θυσιασμού! Μόλις φόρεσε τον «εορταστικό» χιτώνα, του κόλλησε τόσο ισχυρά στις σάρκες που ήταν αδύνατον πλέον να τον βγάλει και να απαλλαγεί τούτου. Το μαρτύριο του Ηρακλή ήταν τέτοιο, που τον οδήγησε στην αυτοκτονία. Προτίμησε να καεί στην πυρά, προκειμένου να λυτρωθεί.
Πιθανολογείται ότι η τραγωδία περιέγραφε την συμπτωματολογία ενός βαρέος δερματικού αυτοάνοσου νοσήματος που προβληματίζει ακόμη την Ιατρική αλλά όχι πια την μυθολογία ή τον Σοφοκλή. Τότε όμως το τέλος του Ηρακλέους θεωρήθηκε εκπλήρωση μιας αναπόφευκτης προφητείας, δεδομένου ότι είχε προβλεφθεί από κάποιον μάντη, υπό μορφή χρησμού.
Αλέξη, ρίχτο!
Ο Μάκης (Αρμένης) είναι θνητός και τραγική φιγούρα επαρχιακού καταστηματάρχη. Ακριβοπληρώνει το αγαπημένο του σκυλάδικο, όπου καψουρευόταν κατά βούληση, για να το κατεδαφίσει αμέσως μετά κραυγάζοντας: «Ρίχτο Ηλία – Ηλία ρίχτο!» Συχνά η παραπάνω σκηνή με τον Αρμένη-Μάκη επανερχόταν στην συριζαική φιλολογία ως μια έμμεση παραίνεση προς τον ιδιοκτήτη κ Τσίπρα, ώστε να γίνει επιτέλους “Μάκης ο κατεδαφιστής”.
Ο θεατής της ταινίας βλέπει τον Μάκη να καίει την εμβληματική καμπαρντίνα του, που δεν την αποχωριζόταν ποτέ από πάνω του. Της βάζει μάλιστα φωτιά, ενώ ακόμη την φοράει και την καίει σαν μια τελετή απελευθέρωσης του αλλά και σε μια προφανή αναφορά στον αρχαίο μύθο με τον χιτώνα του Νέσσου.
Πριν διατάξει λοιπόν την κατεδάφιση του σκυλάδικου ο ιδιοκτήτης-Μάκης φαίνεται ότι έπρεπε πρώτα να απαλλαγεί από τον δικό του «χιτώνα του Νέσσου», δηλαδή να τροποποιήσει ριζικά την δική του συμπεριφορά. Δεν άκουσε τις παραινέσεις και στο τέλος το σκυλάδικο του έπεσε στην κεφαλή (17,8%).
Ο λόγος της αναποφασιστικότητας ήταν ο δικός του χιτώνας του Νέσσου που δεν μπορούσε να αποβάλει, δηλαδή η κομματική γραφειοκρατία που τον ανέδειξε αλλά κι αυτός την ανέδειξε επίσης.
Στην κουμουνδούρεια σημερινή παραλλαγή του μύθου, χωρίς Αρμένη αλλά πάντα με Αλέξη, ο καταστηματάρχης αφού μεταβίβασε σε εξευτελιστική τιμή το κατάστημα έτσι που το κατάντησε και αφού ανήκει αλλουνού, φωνάζει εκ των υστέρων τον Ηλία με το Caterpillar και προσπαθεί να το ρίξει ως τέως Μάκης. Επιπλέον κακίζει τον νέο ιδιοκτήτη γιατί δεν δέχεται να φορέσει την δική του καμπαρντίνα, αυτή που προφανώς θα έπρεπε να έχει κάψει ο ίδιος και ποτέ του δεν το έκανε .
Πρόκειται για παρωδία κι ευλόγως αντιμετωπίζει την οργή του νέου ιδιοκτήτη. Αλλά κι οι θαμώνες έκπληκτοι προσπαθούν να καταλάβουν, τι θέλει να κάνει ο μέχρι χτες αγαπημένος τους πρωταγωνιστής. Οι πλείστοι καταλήγουν πως το γάρ πολύ της θλίψεως γεννά παραφροσύνη!
Πιόνια, κομμάτια και δύο βασιλιάδες
Σπίρτζης, Βασιλειάδης, Θύμιος, Οργανωτικάριοι, Πόπη, Ζορζέτα, Λινού, αρκετοί μυαλοπώληδες δημοσιογράφοι υπέχουν ρόλους πιονιών. Βικάριοι του παρελθόντος όπως το γνωστό τριο Θεοχαρόπουλος-Ζαχαριάδης-Ραγκούσης ή ο κ Φλαμπουράρης στην Γραμματεία με δύο τρείς κυρίες διαρκώς αποχωρούσες και επανερχόμενες, άντε κι ολίγοι βουλευτές, είναι αναλώσιμα κομμάτια έτοιμα να θυσιαστούν στον πόλεμο φθοράς. Παραδόξως προσέρχονται κι ενθουσιώδεις νέοι για τον ρόλο, όπως έδειξαν πρόσφατες αφίξεις ευρωβουλευτών.
Μετά την θυσία της Όλγας έπεσε άδοξα κι ο δεύτερος των πύργων, ο Πρόεδρος Σωκράτης, που θεώρησε ότι μπορούσε να κάνει προσωπικό παιγνίδι σε ένα τοπίο υπονομευμένο. Υπήρξε αιθεροβάμων κι ο μεν βασιλεύς των Λευκών τον καθάρισε σουρεαλιστικά από την Μεγαλόνησο, ενώ ρύθμιζε τα γαμοπίλαφα, ο δε βασιλεύς των Μαύρων δεν μπήκε στον κόπο να προσθέσει την δική του αρνητική ψήφο, ως βουλευτής, στην διενεργηθείσα μομφή. Απείχε.
Γιατί φυγομάχησε ο βασιλεύς των Μαύρων; Προκειμένου να μην εκτεθεί περαιτέρω; Ο κόσμος τόχει τούμπανο κι αυτός κρυφό καμάρι; Πίσω από τις λέξεις βρίσκεται ο Αλέξης!
Μόνη συνέπεια της φυγομαχίας του ήταν η άμεση καρατόμηση Λινού και ποιος ξέρει ποιου άλλου/ης, μέχρι την ολοκλήρωση της σεμνής τελετής των Χανίων.