Παναγιώτης Τζανετής
48 χρόνια μετά την κατάληψη του Παρισιού, ο ιστορικός Ανρί Ρουσό έθεσε τον δάκτυλο επί τον τύπο των ήλων, στο βιβλίο του «Το σύνδρομο του Βισί». Κατέρριψε τον μύθο της πάνδημης συμμετοχής στην αντίσταση και ανέδειξε ότι υπήρξε λαϊκό έρεισμα και ευρεία συμμετοχή στην υποστήριξη του συνεργατικού καθεστώτος Βισί, υπό τον στρατάρχη Πεταίν.
Το καθεστώς αυτό δεν υπήρξε ένα απομονωμένο κατασκεύασμα μιας μικρής προδοτικής ομάδας, όπως ήταν το καθεστώς Κουίσλινγκ στην Νορβηγία ή του στρατηγού Τσολάκογλου στην Ελλάδα. Ένα μεγάλο κομμάτι της Γαλλίας δεν μπήκε σε γερμανική κατοχή, αν και οι Γερμανοί ασκούσαν τον πλήρη έλεγχο.
Το Βισί υπήρξε η πρωτεύουσα αυτού του λεγόμενου «Γαλλικού Κράτους» που δημιουργήθηκε το 1940, στη λεγόμενη «ελεύθερη ζώνη» της Γαλλίας. Περιέλαβε 40 νομούς και τις αποικίες. Το καθεστώς αυτό κατέληξε άδοξα τον Νοέμβριο του 1942, όταν οι γερμανικές δυνάμεις έθεσαν ολόκληρη τη χώρα υπό την κατοχή τους, γιατί σφίξανε τα πράγματα.
Όσοι το υπηρέτησαν δεν είχαν την καλύτερη τύχη. Πολλοί λιντσαρίστηκαν ή καταδικάστηκαν επισήμως σε θάνατο, αν και κάμποσοι επιβίωσαν στην μεταπολεμική γαλλική γραφειοκρατία. Ο ίδιος ο Πετέν καταδικάσθηκε σε θάνατο το 1945 για «indignite nationale» (εθνική προσβολή), ποινή που στη συνέχεια μετατράπηκε σε ισόβια.
Σήμερα η Γαλλία τσακώνεται ακόμη για το Βισί. Η ιστορική μελέτη βραδυπόρησε κάπως, γιατί δεν είναι μόνο η Τουρκία που ματαιοπονεί προσπαθώντας να συγκαλύψει γενοκτονίες, επί ένα αιώνα. Οι αντικειμενικοί παρατηρητές μπορούν να βρουν παρόμοιες στάσεις και στα καθ’ ημάς αλλά αυτά συμβαίνουν και εις Παρισίους! Η ιστορική αυτογνωσία για κάθε λαό απαιτεί θάρρος.
Το «Βισί» δεν υπήρξε απλώς ένα δορυφόρος της ναζιστικής Γερμανίας. Υποδύθηκε την συνέχεια του γαλλικού κράτους και επαγγέλθηκε την «εθνική αναγέννηση» της κοινωνίας, μέσα από την ήττα. Το κατά πόσο «συνέχισε» πράγματι την Γαλλική επανάσταση, φαίνεται από τους 76.000 Εβραίους που πρόλαβε να στείλει στα γερμανικά στρατόπεδα η αστυνομία του. Αυτό και μόνον καθιστά κάθε συζήτηση για τον πατριωτισμό του εγχειρήματος περιττή.
Δεν αποτελούσε όμως την απλή προδοσία μιας μαριονέττας, μια ασήμαντη λεπτομέρεια μιας ταραγμένης περιόδου. Εξέφρασε σημαντικό μέρος της γαλλικής κοινωνίας, πολύ μεγαλύτερο από αυτό που εξέφραζε την ίδια στιγμή ο εμιγκρές στρατηγός Ντε Γκώλ. Γιατί όμως προσέτρεξαν οι περήφανοι Γάλλοι στον προαιώνιο εχθρό και γιατί αυτός χρειαζόταν ένα τέτοιο καθεστώς που θα προσέθετε τον κυριαρχηθέντα στο μπλοκ των κυριάρχων, έστω ως ελάσσονα συνέταιρο;
ΤΙ ΔΙΑΚΥΒΕΥΤΗΚΕ ΤΟΤΕ
Ο κύριος κίνδυνος έναντι του οποίου χρειαζόταν συστράτευση και συμπαράταξη ήταν η Σοβιετική Ένωση του Στάλιν, που ακόμη δεν είχε μπει στο παιγνίδι. Ο Χίτλερ επιθυμούσε να θεωρηθεί ότι μετά την κυριάρχηση του, εκπροσωπούσε πια όλη την πολιτισμένη Ευρώπη έναντι των ανατολικών λαών και του κομμουνισμού κι όχι μόνο το φασιστικό καθεστώς του. Κατανοητή, λοιπόν, η μεγαλοψυχία του έναντι του ηττημένου προαιώνιου αντιπάλου και η προσωρινή εκχώρηση status συμμάχου. Η γερμανική στάση λέγεται στρατηγική υπεροχή.
Από την άλλη, η ρημαγμένη Γαλλία δεν ήταν καθόλου πρόθυμη να συνεχίσει τον πόλεμο στις αποικίες, στην θάλασσα ή στο πλευρό του Ντε Γκώλ, με έδρα το Λονδίνο. Πολλοί θεώρησαν τις γερμανικές παραχωρήσεις ως ανεπανάληπτη ευκαιρία για κάποιον ηττημένο, χωρίς καμία δική του πιθανότητα αυτόνομης πορείας.
Ο επικεφαλής στρατηγός Πεταίν, ήρωας του Α Παγκοσμίου Πολέμου στη Γαλλία, λειτουργούσε ως φύλλο συκής. Δεν θα θεωρείτο προδοτική συμπεριφορά αλλά μια ρεαλιστική προσπάθεια διάσωσης της συνέχειας του Έθνους σε μια κρίσιμη στιγμή (διαχείριση της ήττας). Οπότε κι οι ίσες αποστάσεις που επέβαλε ήδη ο αντικομουνισμός δεν ήταν αρκετές. Ο δορυφόρος Βισί, ως «ανεξάρτητο» παρακολούθημα του Χίτλερ, διέσωζε τα προσχήματα προτάσσοντας τάχα την σημαία. Στην πραγματικότητα υπήρξε στρατηγική προσάρτηση με ονομαστική ανεξαρτησία.
ΜΙΑ ΠΑΡΑΒΟΛΗ, 75 ΕΤΗ ΑΡΓΟΤΕΡΑ
Για το ΠΑΣΟΚ η παράδοση του στο Μητσοτακέικο θα μπορούσε να αντιστοιχηθεί με την υποταγή της Γαλλίας στον «προαιώνιο». Βρίσκονται κι αυτοί μπροστά σε επιχειρούμενη στρατηγική προσάρτηση, με διατήρηση της ονομαστικής τους ανεξαρτησίας.
Ο προαιώνιος εχθρός δεν αποδείχθηκε, ως κατακτητής, τελικά και τόσο διαφορετικός. Σίγουρα και πολλοί Γάλλοι θα βρήκαν ότι έμοιαζαν περισσότερο με τους κατακτητές τους, από ότι με τα αποικιακά στρατεύματα Σενεγαλέζων ή Αράβων, που συνέχισαν να πολεμούν.
Αν μοιάζουν τόσο, δικαιολογείται το παλιό μίσος ή είναι παρεξήγηση; Τα μεγάλα μίση αναπτύσσονται μεταξύ γειτνιαζόντων, ομοιαζόντων και φυλετικά συγγενών. Οι Σέρβοι με τους Κροάτες σφάχτηκαν κι όχι με τους Σκανδιναβούς. Ομοιότητες λοιπόν ΠΑΣΟΚ-ΝΔ πάντα υπήρχαν αλλά αυτό δεν σβήνει την ιστορία.
Όσοι δε, επικαλούνται ως ερμηνεία την κεντρώα «καταγωγή» του κ. Μητσοτάκη εν Ελλάδι, είτε αστειεύονται είτε παριστάνουν τους λωτοφάγους. Η συνήχηση Κέντρου (Ένωσις) και του ονόματος Μητσοτάκη έχει ιστορική φόρτιση ακόμη χειρότερη από την συνήχηση ΠΑΣΟΚ – Μητσοτάκης.
Η μαζική αξιοποίηση στελεχών κλάσης Μενδώνη-Σκέρτσου καθώς και μιας στρατιάς παιδιών του κομματικού σωλήνα, που ήταν ήδη πολλά υποσχόμενοι επί ΓΑΠ, δηλώνει άραγε πολιτική στροφή; Αντιθέτως, δηλώνει τρία πράγματα: α) την αυτοπεποίθηση του κ. Μητσοτάκη ότι δεν κινδυνεύει διόλου να υποστεί εισοδισμό από τον τέως κραταιό εκσυγχρονιστικό χώρο β) την εχθρότητα του κορμού της Νέας Δημοκρατίας προς τον πρωθυπουργικό Οίκο και γ) την απόλυτη επίγνωση του λιγούρικου χαρακτήρα ενός στρώματος στελεχών που υποδύονται μεν την εθνική εφεδρεία, θεωρούν δε τον κυβερνητισμό τους ως τον ομφάλιο λώρο τους με την πολιτική ζωή.
Σε συμβολικό επίπεδο, η τυχόν ενσωμάτωση στο κυβερνητικό σχήμα πρωτοκλασάτων εκσυγχρονιστών μιας ηλικίας, θα κλείσει το μάτι σε πολλούς μέσα στο ΚΙΝΑΛΛ. Αν ο πρωθυπουργός δείξει εμπράκτως ότι προσφέρεται να διατηρήσει το πολυκομματικό ΑΝΤΙ-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο, τότε την ευκαιρία διατήρησης μιας ανοικτής πόρτας προς την εξουσία, τους την δίνει η εκλογή του κ Λοβέρδου. Τα θέλγητρα της εξουσίας δεν εξαντλούνται στους υπουργικούς θώκους και το εσωκομματικό κοινό ενός τέτοιου μηνύματος παραμένει πολυπληθές.
ΠΟΙΟΣ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΣΗΜΕΡΑ ΕΝΑ ΒΙΣΙ;
Η δορυφοροποίηση του μικρού κεντρώου κόμματος θεωρείται αποδοτικότερη. Σε περίπτωση μετωπικής αναμέτρησης, κάποιος ζωτικός χώρος θα εγκαταλειπόταν στον ΣΥΡΙΖΑ, ιδιαίτερα αν εξέλιπε η ψευδαίσθηση μιας ιστορικής συνέχειας. Εξ άλλου η λύση Βισί, δεν αποκλείει «να το πάρει το Ποτάμι» αργότερα, όταν οι συνθήκες το επιβάλλουν.
Στο μεταξύ, ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ αδυνατεί ακόμη να χωνέψει την δειλή μετεκλογική διεύρυνση και δεν πείθει ως ηγέτιδα δύναμη του συνόλου της δημοκρατικής παράταξης. Δείχνει να ενδιαφέρεται για τη μάχη στο κέντρο αλλά εκ του μακρόθεν. Καλός ο Μπάιντεν, ως υπαινιγμός, αλλά δεν αρκεί.
Από την άλλη, όσοι/ες μπερδεύουν τον Πρόεδρο Μακρόν με τον κ Μητσοτάκη, γιατί να μην βρουν ομοιότητες μεταξύ του κ. Λοβέρδου και του στρατάρχη Πετέν, ακόμη κι αν ο πρώτος δεν νίκησε ποτέ, σε κανένα Βερντέν. Παραμένει μια ‘μεγαλειώδης’ λύση ανάγκης για ανθρώπους που ενώ σταδιοδρόμησαν σε περιβάλλον βοναπαρτισμού, σήμερα ζουν στα αποκαΐδια του.