Παναγιώτης Τζανετής
Οι «διατεταγμένοι» των ΜΜΕ μέσα στον εγκλεισμό της πανδημίας, λανσάρανε ένα καινούργιο αστείο παιγνιδάκι. Το λένε: «Παίζουμε Μπαμπινιώτη;». Σε αυτό,διυλίζουν το κάθε λεκτικό ατόπημα του συνομιλητή ή ακόμη καλύτερα το προκαλούν, και πάνω σε αυτό έχουν ετοιμάσει άγριο χορό, προκατασκευασμένο.
Το κόλπο είναι τόσο ευτελές, που θα μπορούσε να λέγεται καλύτερα «Παίζουμε Φουρθιώτη;». Ωστόσο, όλο το γκλαμουράτο καρακιτσαριό των ΜΜΕ, που είναι διαπρεπείς φορείς κοπρολαλίας κατά τ΄άλλα, προβάλλει την προσήλωση του στην ακριβή χρήση λέξεων και εκφράσεων και την ευαισθησία του «μην τυχόν στάξει η ουρά του γάιδαρου».
Άλλοτε, πρόκειται για μια ειρωνική έκφραση της κυρίας Θ. Τζάκρη που χειρουργικώς απομονώνεται από τα συμφραζόμενα, άλλοτε για μια χαλαρότητα στις εκφράσεις του κ. Δρίτσα κι άλλοτε για εκπόνηση ολότελα ψευδών κανόνων, όπως έγινε με το «λιντσάρισμα»της κας Ελευθεριάδου για την απολύτως ορθή χρήση του όρου «επιδειξία», στην περίπτωση του κ Μητσοτάκη.
Ωρυόμενοι γλωσσαμύντορες υπέδειξαν την ομιλούσα ως αμαθή: «Κυρία μου δεν ξέρετε τι λέτε. Αυτό που λέτε υποδεικνύει μια ψυχική διαταραχή κι όχι κάποιο τύπο προκλητικής συμπεριφοράς… Να διαγραφεί!”
Το αντίθετο, βεβαίως, γράφουν τα λεξικά του κ. Μπαμπινιώτη αλλά τι πειράζει; Ποιός τα διαβάζει; Εξ άλλου το «παίζουμε Μπαμπινιώτη;» καθόλου δεν προυποθέτει και την σύμφωνο γνώμη του κ. καθηγητή.
Σε τηλεοπτικές ή ραδιοφωνικές ενέδρες, ομαδικές ή κατα μόνας, παρασύρουν τον καλεσμένο τους σε μια αμφίσημη διατύπωση ή σε μια παρεξηγήσιμη έκφραση. Άλλοτε αυτό γίνεται σε συνθήκες μπούλινγκ κι άλλοτε πιο δόλια. Στην συνέχεια, ο εσμός της μαξιμιακής προπαγάνδας αναλαμβάνει την κοπτορατική, την παραποίηση, τον διασυρμό και την δημιουργία ενός τεχνητού κλίματος ιεράς αγανάκτησης, τάχα, του κοινού. Είναι στημένο από την αρχή, κυπατζίδικο στην σύλληψη του και με την συμμετοχή πλήθους συνενόχων.
Εκτός δηλαδή από τους ενεδρεύοντες δημοσιογράφους, ακολουθούν και συμμετέχουν οι ανακριτές προθέσεων, οι διυλίζοντες τον κώνωπα, οι ολοφυρόμενοι μόλις το “πληροφορηθούν” και τελικώς οι πολιτικοί που έρχονται σοβαροί και αυστηροί να καταδικάσουν εντέλει τον παραπτωματία. Καμιά φορά ως κομπάρσοι, συμμετέχουν και ομόσταυλοι του θύματος που υποκριτικά παίρνουν “αποστάσεις” παριστάνοντας και αυτοί τους γλωσσοαμύντορες ή τους καθωσπρέπει.
Μια λύση, σε πλάνο ατομικό, είναι η περιπαικτική διάθεση του κ. Ζουράρι είτε η αγριωπή καχυποψία του κ. Πολάκη. Ωστόσο ακόμη κι έτσι, το κυρίως γήπεδο καταλαμβάνετε από τους στημένους και ο πολιτικός αντίπαλος απωθείται τεχνηέντως στον χώρο των “ιδιαιτεροτήτων”. Μια άλλη λύση είναι το να παίζει η τηλεόραση χωρίς ήχο, οπότε περιορίζεται κανείς να γελά με τις κωμικές γκριμάτσες των ιερών παπαγάλων ή σοβαρών τινων ηγετών όπως ο κ Άδωνις Γεωργιάδης. Είναι μια λύση, τουλάχιστον μέχρι να πέσει η τηλεοπτική Χούντα …
Συζήτηση στην Βουλή: Βαριές κατηγορίες και αστείες απαντήσεις
Στην συζήτηση της ερώτησης κοινοβουλευτικού ελέγχου του κ. Τσίπρα στην Βουλή για την αστυνομική βία, απαγγέλθηκε ένα πολύπλευρο κατηγορητήριο, όχι πια σε επίπεδο διαχειριστικών ανεπαρκειών αλλά κακών προθέσεων στην υπόθεση της πανδημίας. Η καταφυγή στην ατζέντα του διχασμού και του αστυνομικού κράτους, αποδόθηκε σε προσπάθεια αντιπερισπασμού. Είναι πολύ έμπειρος ο κ Τσίπρας για να “τσιμπήσει” σε πονηρίες σαν κι αυτές.
Οι εγκληματικές ευθύνες και σε αυτή την υπόθεση είναι δευτερογενείς, έρχονται δηλαδή οι εντολές πυροδότησης του κύκλου της βίας να δημιουργήσουν ένα προπέτασμα καπνού και να αποσπάσουν την προσοχή. Να κρύψουν το γεγονός ότι τα νοσοκομεία, το ένα μετά το άλλο, δηλώνουν πρόβλημα με το οξυγόνο ανεβάζοντας πίστα στο δράμα.
Από την αγωνία κάποιου ότι δεν βρίσκει κλίνη ΜΕΘ, περνάμε πλέον στο ερώτημα αν θα έχει κλίνη με παροχή οξυγόνου. Κι από την συζήτηση, αν θα διακομιστούν τριάκοντα στην γειτνιάζουσα Χαλκίδα, περνάμε στο αν θα διακομιστούν εκατοντάδες στην μακρινή Θεσσαλονίκη. Βοούν πλέον τόσο η ανάμιξη των διαφόρων κατηγοριών ασθενών, όσο και η κακή τύχη των χρονίως πασχόντων από την μακρά εξουδετέρωση των νοσοκομείων της Αττικής, την ίδια στιγμή που στον ιδιωτικό τομέα η κερδοσκοπία συνεχίζεται απρόσκοπτη.
Το να συνεχίζονται σήμερα οι ρινοπλαστικές, σημαίνει παρακμή Πομπηίας. Η μόνη χαραμάδα ελπίδας διαφαίνεται από μια πιθανολογούμενη κορύφωση των κρουσμάτων κατά τις επόμενες ημέρες και μια μικρή κάμψη από την άλλη εβδομάδα ή για να το πούμε απλούστερα, από την προσδοκία για σβήσιμο της φωτιάς, αφού αυτή θα έχει κάψει οτιδήποτε καίγεται.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι πολιτικές και ηθικές κατηγορίες προς κάποιον ότι αμέλησε, τσιγκουνεύτηκε, εψεύσθη επανειλημμένως για τις ΜΕΘ, εργαλειοποίησε προς ίδιον πολιτικό όφελος, απαξίωσε τους επιστήμονες με το κρυφτούλι των επιτροπών, προκάλεσε με την προσωπική “ανέμελη” καθ’ έξιν συμπεριφορά, κερδοσκόπησε με τις αναθέσεις, προέταξε συμφέροντα του ιδιωτικού τομέα περιθαλψης, επέβαλε αδιαφάνεια, εξαγόρασε την ενημέρωση, έκανε ρουσφέτια με τον Χάρο και στο τέλος προκάλεσε κι όλη αυτή την έκρηξη χυδαιότητας, αλητείας, δολοφονικής βίας σε ένα προάστιο “μεσαίων” επίτηδες, ποιά αντίδραση προκάλεσαν;
Παλιότερα, θα προκαλούσαν πρόσκληση σε μονομαχία! Εντάξει, έχουν αλλάξει τα πράγματα από την εποχή του Στάη και του Χατζηπέτρου (*). Ωστόσο, η πρωθυπουργική απάντηση ότι κι εσείς είπατε σε μια συνέντευξη σας, πως αποδέχεστε ότι στις διαδηλώσεις υπάρχει ρίσκο, άρα αποδέχεστε και αναλαμβάνετε το ρίσκο γι αυτές … είναι μια μεταφορά στην ιερή Αίθουσα του τηλεοπτικού άθλιου παιγνίου “ΠΑΙΖΟΥΜΕ ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗ;” Με την προσθήκη μάλιστα του ευφυούς επιδορπίου: “Και τον Μπάιντεν τον λένε Τζο, κι όχι Τζον”.
Δεν ξέρω, αν το αποκριάτικο των ημερών δικαιολογεί αυτή την εμφάνιση καρικατούρας Πρωθυπουργού, όπως εκείνη του κτηνιάτρου Πρυτάνεως Θεσσαλονίκης που κατηγορείται ότι υποδύθηκε τον παθολόγο προκειμένου να χωρέσει στην σειρά των εμβολιασμών. Παρεμπιπτόντως, η κατάσταση με τη σειρά των εμβολιασμών, όταν υπάρχουν τόσοι νεκροί που απλώς δεν πρόλαβαν, γιατί δεν ήρθε ακόμη η σειρά τους, είναι αίσχος πολιτικό αλλά προφανώς και ποινικό.
Γιατί λοιπόν ο κ Ξανθός δεν “αλλάζει το μίγμα” με μια επίσκεψη του στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου; Αν δεν έχει καταλάβει ο κ Εισαγγελεύς από μόνος του, ας του εξηγήσει εκείνος ότι αυτές τις Απόκριες ο Χάρος ντύθηκε Μαυρογιαλούρος
*Το 1904 ο υπουργός Παιδείας Σπυρίδων Στάης κάλεσε σε μονομαχία, όπου και σκότωσε, τον βουλευτή βουλευτή Κων. Χατζηπέτρο, που τον είχε καταγγείλει γιατί δεν διόρισε στο Πανεπιστήμιο φίλο του καθηγητή.