Α κ ρ ο θ ι γ ώ ς
Η κ. Νίκη Κεραμέως αποπνέει μια αίσθηση γνησιότητας. Δείχνει ότι υποδύεται τον εαυτό της, ότι τα πιστεύει όλα αυτά κι αυτό σπανίζει στις μέρες μας και πόσο μάλλον στην κυβέρνηση Μητσοτάκη. Είναι η μία από τις δύο γυναίκες υπουργούς που «κατάφερε να βρει» ο Πρωθυπουργός και δεδομένου ότι η άλλη είναι η κ. Μενδώνη, θα πρέπει να αισθάνεται ασφαλής ενόψει ανασχηματισμού. Η τυχόν μετεγκατάσταση από το Παιδείας μάλλον θα την γλυτώσει κι από τους αφορισμούς.
Ο κ. Αριστείδης Χατζής είναι καθηγητής της Φιλοσοφίας του Δικαίου και συμμετείχε με οξυδερκή τρόπο στο αντισύριζα κίνημα όμως πρόσφατα εισέπραξε την οργή της κυβερνητικής παράταξης λόγω … μιας ανάρτησης σχετικής με τον Καραϊσκάκη. Μίλησε για πράγματα πασίγνωστα. Βέβαια, πασίγνωστο είναι και το πόσο ισχνός είναι ο τοπικός φιλελευθερισμός, τον οποίο διακαώς επιθύμησε να δει στην εξουσία. Στην Αλβανία λένε φιλελεύθερο τον κ. Σάλι Μπερίσα και γελάνε που στην Ελλάδα αντιπρόεδρος των «φιλελευθέρων» είναι ο κ. Άδωνις, της γνωστής αντισημιτικής παρέας. Τα ήξερε αυτά ο κ Αρ. Χατζής αλλά δεν πρόσεχε! Τι τον συνδέει τώρα με την κα Κεραμέως; Μα ο Γεώργιος Καραϊσκάκης για τον οποίον πολλά από όσα ανέφερε, ταιριάζουν γάντι.
***
Το καρα- αποδίδεται στο μαύρος αλλά κατά μια άλλη εκδοχή είναι δηλωτικό της σκληρότητας. Για παράδειγμα, ο διαβάτης της οδού Καραγεώργη Σερβίας θα πρέπει να γνωρίζει ότι ο Georgi Petrovitz εξελληνίστηκε σε Καραγεώργης όχι λόγω χρώματος. Ο Καραϊσκάκης δεν είχε πάει σε Πρότυπο εκτός αν θεωρηθεί ως κάτι ανάλογο η Αυλή του Αλή Πασά. Οι αληπασαλήδες πρωταγωνίστησαν στην επανάσταση αλλά δεν στάθηκαν προσωπικά πολύ τυχεροί, γιατί ήταν άνθρωποι της φωτιάς και της αμάχης. Ο Καραϊσκάκης, αν δεν τον είχε φάει το ύποπτο βόλι στο Φάληρο, θα είχε πάει σίγουρα από την προχωρημένη φυματίωση του. Πάντως στα Γιάννενα του Αλή δεν έμαθε μόνο τα κόλπα της Αρβανιτιάς αλλά παντρεύτηκε και μια παλλακίδα από το χαρέμι του Πασά.
Ο Καραϊσκάκης δημιούργησε πολιτικό σόι (υιός, εγγονός κλπ) ωστόσο ο ίδιος δεν ήταν παρά ένας μούλος όπως υπογράμμιζε σε κάθε ευκαιρία. Η κλασσική του έκφραση για την μάνα του («έφαγε σαράντα χιλιάδες πούτσαις έως να με γεννήση») προηγήθηκε κατά πολύ της ψυχαναλυτικής επιστήμης. Σήμαινε ότι- σε αντίθεση με το σύνολο σχεδόν των μεγάλων πρωταγωνιστών της Επανάστασης- δεν ήταν γόνος κάποιου ισχυρού αρματωλού αλλά ανέβηκε με δικές του πλάτες. Είχε μεγαλώσει στο δρόμο σαν χαμίνι και σε τρυφερή ηλικία βρέθηκε στην Αυλή του Τεπελενλή. Η περίοπτος θέση που κατέχει στην ψυχή των απλών ανθρώπων οφείλεται και στο αυτοδημιούργητον, που τόσο εμφατικά υπενθύμιζε.
Η αλήθεια είναι ότι μια εμμονή με τον «μπούτζον του» την είχε. Αυτό διαιωνίστηκε κυρίως από την έγγραφη απάντηση του στον μπουγιουρντί του Μαχμούτ πασά: «Λέγεις να προσκυνήσω. Κι εγώ, πασά μου, ρώτησα τον πούτζον μου και μούπε να μη σε προσκυνήσω» και άλλα ακόμη χειρότερα. Ωστόσο δεν ήταν έτσι μόνο με τους Τούρκους κι ούτε ήταν όλα όσα έλεγε αποκλειστικά θέμα κακής ανατροφής.
Ένας αγώνας αμιγώς εθνικοαπελευθερωτικός, απαλλαγμένος από τοπικισμούς και συμφεροντολογίες ήταν ακατανόητος στους αρματωλούς. Όταν μάλιστα κάποιοι αποδεχόταν την εξουσία του Μαυροκορδάτου, τότε τους έπαιρνε και τους σήκωνε. Απαντώντας στον Νότη Μπότζαρη, απαριθμεί: «Ο Μακρής, ο μακρολαίμης, ο κρεμασμένος, όπου μόνο το κεφάλι ξέρει να ταράζη (δηλ συγκαταβατικός), ο Μήτσος Κοντογιάννης η πουτάνα, όπου αν ήτον γυναίκα δεν εχόρταινε με 80 χιλ φοραίς την ώραν, ο ξυνόγαλος Γιώργος Τζιόγκας (δηλ Σαρακατσάνος στην καταγωγή)» κοκ. Πολλά από τα βρισίδια του Καραισκάκη χρησιμοποιήθηκαν στην δίκη του.
Η επί μακρόν καιροσκοπική του στάση, που περιγράφεται γλαφυρά στα «ΚΑΠΑΚΙΑ» του Κωστή Παπαγιώργη, δεν εξέφραζε παρά την επιφυλακτικότητα των μπαρουτοκαπνισμένων αρβανιτιζόντων του ΓΕΝΟΥΣ έναντι των φραγκικής όψης και φαναριώτικης προέλευσης, ανθρώπων που κουβαλούσαν μαζί τους την σύγχρονη ιδέα του ΈΘΝΟΥΣ. Η αντινομία αυτή παραμένει ακόμη ευδιάκριτη στην Ελληνική κοινωνία. Οι πιο προωθημένες ιδέες της Αμερικανικής & της Γαλλικής επανάστασης έμελλε να πραγματωθούν στην πιο καθυστερημένη γωνιά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η καχυποψία ανάμεσα τους υπήρξε απόλυτη κι η σχέση Μαυροκορδάτου – Καραϊσκάκη ήταν η επιτομή της. Τεσσαρομάτη, τον έλεγε ο ήρωας, διακωμωδώντας το γεγονός ότι φορούσε γυαλιά, πράγμα εντελώς ασυνήθιστο τότε.
Ούτε ο Μαυροκορδάτος όμως ήταν τυχαίος. Απλώς ήταν εντελώς διαφορετικός. Ανιψιός του επισκόπου Μολδοβλαχίας Ιγνατίου, του κύκλου της Πίζας, σε συνάφεια με τα πιο προηγμένα πνεύματα της Ευρώπης, θαρραλέος, αφού αυτός μόνος προσήλθε από την Ιταλία στο ξεκίνημα ενώ οι υπόλοιποι παρέμειναν εκεί, περιμένοντας την πρόσκληση για να «αναλάβουν» αφού θα είχε ξεκαθαριστεί η κατάσταση … Δημιούργησε κι αυτός πολιτικό σόι, όπως δείχνει το πλήθος των Πρωθυπουργών από το Μεσολόγγι, με πιο γνωστή περίπτωση τον γιο της αδελφής του, Χαρίλαο Τρικούπη. Ωστόσο εκείνος ήταν γόνος, μορφωμένος, χειριστικός.
Έστειλε εναντίον του Καραϊσκάκη τον οπλαρχηγό Στορνάρη, ο οποίος έμελλε να χαθεί κατά την Έξοδο του Μεσολογγίου, με επιχείρημα ότι ο Καραϊσκάκης δεν είχε σοβαρή συμμετοχή στην εξέγερση στη Δυτική Ρούμελη, απείχε από την πρώτη πολιορκία του Μεσολογγίου, παζάρευε συνεχώς με τους Τούρκους και ενδιαφερόταν μόνο για την διασφάλιση της προσωπικής του σατραπείας στα Άγραφα. Ο παλιός συμπολεμιστής, του ζητούσε να πάρει επιτέλους καθαρή θέση και να συμβάλει σε εκστρατεία εναντίον των Τρικάλων. Απαντώντας στη κάπως απειλητική επιστολή του Ν. Στορνάρη, ο Καραϊσκάκης γράφει: «Γενναιότατε αδελφέ καπετάν Νικόλα, Έχει και τουμπελέκια ο πούτζος μου (τουρκικά όργανα του Ιππικού) έχει και τρουμπέταις (ελληνικά όργανα), Γαρδίκι 15 Απριλίου 1824. Όλα αυτά, μόλις τρία χρόνια πριν το ηρωικό του τέλος.
***
Ο Μαυροκορδάτος δεν το σκέφτηκε να του κοτσάρει μια «κοσμία». Δεν λέω ότι τα παιδάκια που θα κουβαλούν ισοβίως στην πλάτη τους τον απαξιωτικό χαρακτηρισμό της κας Κεραμέως, είναι πιθανοί ήρωες. Εξάλλου αν είναι το έθνος να ξαναβγάλει Καραισκάκη, δεν φαντάζομαι να τον εμποδίσει η «διαγωγή κοσμία» της Υπουργού.
Το πνεύμα της ωστόσο είναι τελείως ξένο προς εκείνο του Καραϊσκάκη κι όχι γιατί δεν θα αναγνώριζε τον πιο ταλαντούχο υβριστή που έβγαλε ο τόπος. Κυρίως γιατί θα έκλεινε τα μάτια στην ιστορική διδαχή του πόσο βραχύς μπορεί να είναι ο δρόμος από το αλητάκι που μεγάλωσε στους δρόμους έως το πρόσωπο που ενσάρκωσε Την ιδέα, απέναντι στην οποία επιφυλασσόταν.
Όσο για τις ταμπέλες που κάποιοι νόμισαν ότι θα έμεναν στην ιστορία μάλλον τους ίδιους εξέθεσαν στην Ιστορία.