Του Δημήτρη Αργυρού
Συμπληρώνονται 5 χρόνια από την κυβέρνηση της «πρώτης φόρας αριστεράς», δηλαδή της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ, και μου προσφέρεται η ευκαιρία να διατυπώσω κάποιες ψύχραιμες- νομίζω- σκέψεις.
«Πρώτη φορά αριστερά»;
«Πρώτη φορά αριστερά» λένε όχι βέβαια , το λιγότερο 3 ή 4 φορές αριστερά. Η πρώτη είναι η «κυβέρνηση του βουνού»- η πρώτη και προς το παρόν, η τελευταία- πραγματική λαϊκή κυβέρνηση. Η κυβέρνηση ενός λαού που πήρε τις τύχες στα χέρια του, με το όπλο στο χέρι, ενάντια στο ξένο κατακτητή, και τους συνεργάτες του, και το πλήρωσε ακριβά.
Η δεύτερη είναι η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ. Θα μου πείτε μα είναι η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ αριστερή; Και γιατί να μην είναι αριστερά, τι καθορίζει το μέτρο της αριστεροσύνης; Για αυτά τα ζητήματα θα μιλήσουμε και πιο κάτω.
Ας σημειωθεί πως η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ τα 4 πρώτα χρόνια , εφάρμοσε το πιο αριστερό πρόγραμμα που είχε εφαρμόσει ποτέ αριστερή κυβέρνηση, που ήταν απόρροια του ριζοσπαστισμού των κινημάτων της μεταπολίτευσης και ολοκλήρωση των προγραμμάτων του ΕΑΜ και της ΕΔΑ.
Η τρίτη φορά ήταν το 1989, η ντροπή της συγκυβέρνησης και της οικουμενικής, η συγκυβέρνηση των ιστορικών συμβιβασμών , σε μια δύσκολη ιστορική περίοδο παγκόσμιων μεταβάσεων. Θέλουμε δεν θέλουμε, μας αρέσει δεν μας αρέσει το «89» είναι τμήμα της ιστορίας της αριστεράς που ανέδειξε προβοκατόρικα την ποιότητα της αριστεράς, εκείνη την στιγμή.
Η τέταρτη φορά είναι η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ που βγήκε μέσα από το αντιμνημονιακό κίνημα του 2010-2015 σε συνέχεια και σε ρήξη με αυτό, όπως φάνηκε και από την προδοσία του «ΟΧΙ», και στην συνέχεια συναποτέλεσε μια ακόμη μνημονιακή κυβερνητική λύση, όχι πάντα συνεπής, μα ιδιαίτερα επιτυχής, αφού κατάφερε να «νεκρώσει» το κίνημα.
Και αυτή η κυβέρνηση- θέλουμε δεν θέλουμε- είναι τμήμα της ιστορίας της Ελληνικής αριστεράς, που όπως κάθε τι μέσα στο ιστορικό διάβα, έτσι και η αριστερά – άρα και η Ελληνική αριστερά- έχει χάσει την παρθενία και την αγνότητα της.
Τι είναι αριστερά;
Τι είναι λοιπόν αριστερά, ποιο είναι το μέτρο της, αν υπάρχει μέτρο της ποιότητας και της ποσότητας, της αριστεράς και ποιος διάολος το καθορίζει , αν το καθορίζει.
Αντιμετωπίζω την αριστερά όχι σαν παράταξη, αλλά σαν οικογένεια ως ολότητα. Μια οικογένεια, μια ολότητα, με κοινά οργανικά στοιχεία αλλά και τεράστιες διαφορές στο εσωτερικό της, διαφορές που έχουν βαφτεί με αίμα, όπως των σοσιαλδημοκρατών ενάντια στους κομμουνιστές , πχ η δολοφονία του Ρόζα και του Λίμπκνεχτ , των μπολσεβίκων ενάντια στους αναρχικούς πχ Κρονστάνδη ή των σταλινικών ενάντια στους Τροτσκιστές.
Το όνομα αριστερά, όπως και αυτό της δεξιάς, έχει ως γενέθλιο τόπο την Μεγάλη Γαλλική Επανάσταση και συσχετίζεται με τον χώρο που κάθονταν οι παρατάξεις και οι λέσχες στην γενική συνέλευση.
Αριστερά του πρόεδρου της γενικής συνέλευσης κάθισαν οι δυνάμεις -που μες τον ένα ή τον άλλο τρόπο- ήθελαν το τέλος της Μοναρχίας και με πάλι- με τον ένα ή το άλλο τρόπο- στήριξαν την επανάσταση.
Δεξιά πάλι κάθισαν αυτές οι δυνάμεις που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο συνέχιζαν να στηρίζουν την μοναρχία και το παλαιό καθεστώς.
Κατά συνέπεια αριστερά ήταν και σε ένα βαθμό είναι η παράταξη – η οικογένεια και η ολότητα των δυνάμεων- που αγωνίζεται να πραγματώσει και να εγκαθιδρύσει την δημοκρατία και την λαοκρατία .
Να κάνει πράξη την ελευθερία, την ισότητα και την αδελφότητα, να τελειώνει με την κοινωνική αδικία, την καταπίεση και την ταξική ανισότητα.
Να ξεμπερδεύει με την εκμετάλλευση του ανθρώπου από άνθρωπο σε όλα τα επίπεδα, να σταματήσει την καταστροφή της φύσης και γιατί όχι να οδηγήσει την ανθρωπότητα στο βασίλειο της ελευθερίας , στην αταξική κοινωνία.
Η αριστερά στο ιστορικό διάβα της, συνδέθηκε ή και ταυτίστηκε με την κριτική στο καπιταλισμό και το εργατικό, σοσιαλιστικό κίνημα. Τόσο με αυτούς που ήθελαν μεταρρυθμίσεις εντός του καπιταλισμού, όσο και με αυτούς που αγωνίζονταν να επικρατήσει ο σοσιαλισμός με μεταρρυθμίσεις ή με ανατροπές και επαναστάσεις.
Είτε αυτό θα συνέβαινε μέσα από τους συνεταιρισμούς και τα συνδικάτα , είτε μέσα από το αστικό κράτος και τις κυβερνήσεις ή ενάντια τους, είτε μέσα από τα σοσιαλιστικά κόμματα και τα εργατικά κράτη, είτε μέσα από τα σοβιέτ και ενάντια στην οποιαδήποτε μορφή κράτους.
Η Σοβιετική Επανάσταση του 1917 και η ΕΣΣΔ δημιούργησε νέα δεδομένα στην οικογένεια , στην ολότητα της αριστεράς, ανάμεσα σε αυτές τις δυνάμεις που στάθηκαν καθαρά εναντία της, καθαρά υπέρ της και κριτικά εναντίον ή υπέρ της.
Ο αντιφασιστικός αγώνας και ο Β΄ παγκόσμιος πόλεμος, ένωσε σε μεγάλο βαθμό όχι μόνο την οικογένεια και την ολότητα της αριστεράς, αλλά δημιούργησε ένα κοινό μπλοκ δυνάμεων, ανάμεσα στην αριστερά και τον δημοκρατικό αστικό κόσμο.
Ήταν και παραμένει κοινός τόπος – παρά τον ιστορικό αναθεωρητισμό- η άποψη που λέει πως δίχως την ΕΣΣΔ, τον κόκκινο και όχι τον ερυθρό στρατό και δίχως αντιστασιακά κινήματα τύπου ΕΑΜ, ανταρτών του Τίτο, του Χότζα ή των Κινέζων , ο φασισμός ίσως να είχε νικήσει.
Ύστερα από τον Β παγκόσμιο πόλεμο, οι αντιαποικιοκρατικές επαναστάσεις και η ύπαρξη των δυο στρατοπέδων ένωσε και δίχασε – εκ νέου- την αριστερά με ένα θετικό και αρνητικό τρόπο.
Σε ένα μεγάλο βαθμό – με οριζόντιο και κάθετο – τρόπο η ύπαρξη του σοσιαλιστικού στρατοπέδου ετεροκαθόρισε την οικογένεια της αριστεράς, ακόμη και η πλειοψηφία των αντισοβιετικών αριστερών δυνάμεων επιχείρησε να κρατήσει μια ουδέτερη στάση.
Αυτό δεν σημαίνει πως δεν υπήρξαν πρώην αριστερές δυνάμεις που συντάχτηκαν πλήρως και συνειδητά με το δυτικό στρατόπεδο, όπως κάποιες δυνάμεις που προέρχονται από τον τροτσκισμό ή η πλειοψηφία της σοσιαλδημοκρατίας.
Όπως ήταν λογικό η κατάρρευση του σοσιαλιστικού στρατοπέδου επηρέασε με ριζικό τρόπο την αριστερά, ακόμη και αυτή την αριστερά που ήταν ενάντια στο σοσιαλιστικό στρατόπεδο ή κρατούσε μια κριτική στάση απέναντι του.
Η οικογένεια της αριστεράς σε αυτές τις νέες συνθήκες μπήκε σε μια βαθιά κρίση, υπαρξιακή κρίση, είτε ήταν με την καλυτέρευση του καπιταλισμού, είτε με τις μεταρρυθμίσεις, είτε με την ανατροπή.
Γρήγορα όμως η παγκόσμια νεοφιλελεύθερη επίθεση δημιούργησε ένα κίνημα εναντίον του, και έδωσε πνοή σε παλαιές και νέες δυνάμεις της αριστεράς, ενώνοντας τες σε μια αντινεοφιλελεύθερη φόρμουλα.
Μια αντινεοφιλελεύθερη φόρμουλα που είχε ως όριο την καλυτέρευση του κοινωνικού συστήματος και ελάχιστα την οικοδόμηση ενός μετακαπιταλιστικού κοινωνικού συστήματος.
Είναι αυτό το παγκόσμιο κίνημα αντίστασης που οδήγησε στις αριστερές ριζοσπαστικές κυβερνήσεις στην Λατινική Αμερική ή στο Νεπάλ και στο κίνημα των Ζαπατίστας.
Αυτό το παγκόσμιο κίνημα σε συνδυασμό με την κρίση και το αντιμημονιακό κίνημα «φούσκωσε» το ΣΥΡΙΖΑ και το έφερε στην κυβέρνηση.
ΣΥΡΙΖΑ: από την συνέλευση των κινημάτων, στην κυβέρνηση, και στην νέα σοσιαλδημοκρατία
Δεν θα υπήρχε ο ΣΥΡΙΖΑ, δίχως το ΣΥΝ, αλλά και δίχως τα κοινωνικά φόρουμ , δίχως την συνέλευση των κινημάτων στα κοινωνικά φόρουμ. Είναι αυτός ο κοινωνικός χώρος που συσπείρωσε κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις σε ένα αντινεοφιλελεύθερο πρόγραμμα- σαφώς πιο αριστερά- από τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά.
Από αυτή την οπτική και μέσα από αυτή την διαδικασία, ο ΣΥΝ της μετακομμουνιστικής σοσιαλφιλελεύθερης αριστεράς της Δαμανάκη που οδηγούνταν στην εξαφάνιση, αναβαπτίστηκε και μεταλλάχτηκε σε ένα αριστερό συνασπισμό που μέχρι το 2015 στα μάτια των ευρωπαίων και των αμερικάνων, φαίνονταν ως άκρα αριστερά.
Ταυτόχρονα όμως ο ΣΥΡΙΖΑ- δίχως την κρίση που απαξίωσε τις συστημικές δυνάμεις και δίχως το αντιμνημονιακό κίνημα του 2010-2015- δεν θα μετατρέπονταν σε μια κυβερνητική πρόταση.
Έχει υπάρξει μεγάλη συζήτηση και έχει χυθεί πολύ μελάνι για τις ευθύνες των άλλων αριστερών δυνάμεων στην εκτόξευση του ΣΥΡΙΖΑ, συγγνώμη αλλά πρόκειται για μια συζήτηση δίχως ουσία.
Ένα κίνημα, κάθε κίνημα, κάποια στιγμή στην φάση της άμπωτης του δημιουργεί ένα πολιτικό κενό που κάποιος το καλύπτει , πόσο μάλλον, που στις τότε συνθήκες τα συστημικά κόμματα είχαν πλήρως απαξιωθεί.
Αυτό το κενό το κάλυψε ο ΣΥΡΙΖΑ και καλώς έκανε, αφού καμιά άλλη πολιτική δύναμη της αριστεράς δεν επιθυμούσε ή δεν μπορούσε να το κάνει. Πιο συγκεκριμένα η αντικαπιταλιστική αριστερά ούτε μπορούσε, ούτε επιθυμούσε , το ΚΚΕ δεν επιθυμούσε αν και σε ένα βαθμό μπορούσε αν ήθελε.
Και οι δυο χώροι μέσα από την ανημποριά τους , την αδυναμία ή την οπτική που είχαν, έστρωσαν το δρόμο στο ΣΥΡΙΖΑ., καλύτερα άφησαν χώρο που τον κάλυψε ο ΣΥΡΙΖΑ.
Αυτό δεν συνεπάγεται πως δεν υπήρχαν αυταπάτες στην υπόλοιπη αριστερά για το ΣΥΡΙΖΑ, αυταπάτες είχαν και τμήματα της «άκρας αριστεράς», όπως και τμήματα του ΚΚΕ, και όχι μόνο η βάση του, αλλά αυτές δεν ήταν τα αίτια που φούσκωσαν το ΣΥΡΙΖΑ.
Τον ΣΥΡΙΖΑ τον φούσκωσε ο Ελληνικός λαός που επιθυμούσε κάποια πολιτική δύναμη, κάποιον ηγέτη να τον βγάλει από τα μνημόνια, δίχως όμως να «χυθεί το γάλα» ή να «ανοίξουν μύτες». Και αυτή την δυναμική την εξέφρασε ο ΣΥΡΙΖΑ και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ, που πιάνοντας το παλμό, υποσχέθηκε να σχίσει τα μνημόνια δίχως να σπάσει αυγά.
Η προδοσία του «ΌΧΙ» του 2015 είναι στην βάση της, προδοσία αυτών των αυταπατών, προδοσία στην βάση της αντίληψης πως μπορούμε να έχουμε και την πίττα γεμάτη και τον σκύλο χορτάτο.
Ο ΣΥΡΙΖΑ πρόδωσε, στο βαθμό που πρόδωσε, γιατί δεν μπόρεσε να κρατήσει την πίττα ολάκαιρη και τον σκύλο χορτάτο, τελικά και η πίττα έμεινε μισή και ο σκύλος πεινασμένος, απογοητεύοντας τον Ελληνικό λαό , που όμως και πάλι τον στήριξε για ακόμη λίγο, ελπίζοντας πως όλα θα πάνε πρίμα, δίχως να σπάσουν αυγά.
Και αυτό φάνηκε από την αποτυχία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και της ΛΑΕ να δώσει πνοή στο κίνημα του «ΟΧΙ». Δεν ήταν μόνο υποκειμενικοί οι λόγοι αυτής της αποτυχίας, δεν είναι μόνο λόγοι ανικανότητας και αδυναμίας της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και της ΛΑΕ, ήταν και αντικειμενικοί οι λόγοι, κυρίως αντικειμενικοί.
Από εκεί και πέρα η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ κινήθηκε στις μνημονιακές τροχιές με πλήρη επιτυχία, υπηρέτησε τα μεγάλα αφεντικά και δεν συγκρούστηκε με τα μεγάλα συμφέροντα.
Ήταν οι καλύτεροι συνομιλητές των μεγάλων συμφερόντων ή των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, ακόμη και η μεγάλη επιτυχία των Πρεσπών εξυπηρετούσε αυτά τα συμφέροντα και όχι τα συμφέροντα των λαών.
Ακόμη και στο κοινωνικό τομέα , στο έμφυλο ή στο πολιτιστικό τομέα τα βήματα και οι μεταρρυθμίσεις της κυβέρνησης ήταν άκρως φοβικές και δεν συγκρούστηκαν με συμφέροντα ήθη , έθιμα και αντιλήψεις.
Είναι βέβαιο πως ο κύκλος του ΣΥΡΙΖΑ στην αριστερά έκλεισε, εννοώ την αριστερά των κινημάτων και ο μόνος δρόμος για το ΣΥΡΙΖΑ είναι να μετατραπεί σε μια νέα εκδοχή της σοσιαλδημοκρατίας , σε ένα νέο ΠΑΣΟΚ, σε ένα πιο πετυχημένο- όχι απαραίτητα πιο αριστερό- ΚΙΝΑΛ.
Φιλοσοφική παρέμβαση
Ας μου επιτραπεί μια φιλοσοφική παρέμβαση: Αν το κοινωνικό σύνολο το διαπερνά , η αντίθεση μεταξύ της τάσης χειραφέτησης και της τάσης υποταγής, η αριστερά κρίνεται στο βαθμό που ενισχύει την τάση χειραφέτησης και αποδυναμώνει την τάση υποταγής.
Με βάση αυτή την θέση, την κρίσιμη ιστορική στιγμή ο κυβερνητικός ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο δεν ενίσχυσε την τάση χειραφέτησης, αλλά απεναντίας ενίσχυσε την τάση υποταγής.
Δεν κάνω δίκη προθέσεων και ούτε μπαίνω σε συνομωσιολογικές οπτικές αν εξαρχής ο ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα έπαιζε αυτό το ρόλο ή απλώς την κρίσιμη στιγμή κλάταρε.
Τα γεγονότα , η ιστορία δείχνει , πως την κατάλληλη στιγμή, ο ΣΥΡΙΖΑ έπαιξε ένα άκρως συστημικό ρόλο που οδήγησε σε απογοήτευση το αγωνιζόμενο λαό που επάνω του είχε στηρίξει τις ελπίδες του.
Μα τι έπρεπε να κάνει , τι θα έκανε πχ η ΑΝΤΑΡΣΥΑ στην θέση του. Εξαρχής έπρεπε να πει την αλήθεια στο λαό. Εξαρχής έπρεπε να τον ετοιμάσει για σύγκρουση, να τον «οπλίσει» για το τι έρχεται και το τι θα γίνει, να το «οπλίσει» για να σπάσει αυγά.
Μα τότε θα μετατρέπονταν σε κυβερνητική πρόταση; Δεν γνωρίζω και δεν με αφορά, ίσως από την αντιπολίτευση να έπαιζε ένα πιο καθοριστικά παραγωγικό και προοδευτικό ρόλο. Ένα ρόλο που ίσως να ωφελούσε περισσότερο το λαό και το κίνημα, παρά τώρα που έγινε κυβερνητική δύναμη, και οδήγησε σε αυτή την καταστροφή.
Και σε αυτό το σημείο τίθεται εκ νέου το ζήτημα της σχέσης μεταξύ της αριστεράς και της κυβέρνησης και φυσικά δεν εννοώ μιας κυβέρνησης που έχει βγει μέσα από μια επανάσταση.
Η καθαρά προσωπική άποψη είναι πως το ζήτημα είναι και πάλι διαλεκτικό και συσχετίζεται αν αυτή η σχέση υπηρετεί την ενίσχυση της τάσης χειραφέτησης και την αποδυνάμωση της τάσης υποταγής.
Σε ένα γενικότερο όμως πλαίσιο είναι αναγκαίο να υποστηρίξω :
Α) Η μεγάλη δύναμη της αριστεράς δεν ήταν ο ρεαλισμός , ήταν η ουτοπία , η μεγάλη δύναμη της ήταν η σοσιαλιστική/ κομμουνιστική ουτοπία. Μια ουτοπία που έγινε υλική , πραγματική, δύναμη και επέδρασε σε εκατομμύρια ανθρώπων, έκτισε ένα αντιπαράδειγμα που το λιγότερο ανάγκασε το παγκόσμιο καπιταλισμό σε παραχωρήσεις. Τέλος ΕΣΩΣΕ την ανθρωπότητα από τον φασισμό/ ναζισμό.
Β) Το μεγάλο πρόβλημα στην σημερινή αριστερά είναι που της λείπει, απουσιάζει μια νέα μεγάλη αφήγηση, μια νέα ουτοπία, ένα νέο αντιπαράδειγμα. Λείπει ένας σύγχρονος σοσιαλισμός/ κομμουνισμός, μια σύγχρονη επαναστατική θεωρία, μια μοντέρνα αναρχία.
Γ) Στην καλύτερη ή στην «καλύτερη» των περιπτώσεων: 1) Υπερασπίζεται το παλαιό παράδειγμα, παρά τα λάθη , ακόμη και τα εγκληματικά λάθη, όπως το ΚΚΕ ή τα Μ-Λ 2) Υπερασπίζεται τις καλύτερες στιγμές των παραδόσεων όπως κάνει πχ η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και ένα τμήμα του τροτσκιστικού χώρου, όπως το ΕΕΚ. 3) Υποστηρίζει την επανίδρυση του κομμουνιστικού παραδείγματος με βάση την ριζική ανανέωση του παλαιού παραδείγματος, όπως επιχειρεί το ΝΑΡ για την κομμουνιστική απελευθέρωση 4) Ταυτίζει το σοσιαλιστικό παράδειγμα με το πραγματικό ή φανταστικό κοινωνικό και εργατικό κίνημα, όπως κάνει σε ένα βαθμό το ΣΕΚ 5) Υπερασπίζεται κριτικά ή μη τα όποια σύγχρονα σοσιαλιστικά παραδείγματα, όπως αυτά της Λατινικής Αμερικής.
Δ) Η ανυπαρξία μιας νέας επαναστατικής αφήγησης, μιας νέας επαναστατικής ουτοπίας έχει ως αποτέλεσμα ένα κόσμο εξεγέρσεων, μια εποχή άγριων και συχνά μηδενιστικών εξεγέρσεων και όχι επαναστάσεων, όπως ήταν ο 20ος αιώνας.
Δυστυχώς αυτή η συνθήκη φοβούμαι πως θα κρατήσει για καιρό και αυτό έχει ως αποτέλεσμα νέα καθήκοντα προσαρμογής σε αυτή την κατάσταση πραγμάτων.
Πώς θα ενισχύσουμε την τάση χειραφέτησης και να αποδυναμώσουμε την τάση υποταγής, πως δεν γίνουμε ΣΥΡΙΖΑ ή αναχωρητές τύπου ΚΚΕ; Σε αυτό το σημείο θέτω το ερώτημα, αλλά δεν τολμώ να δώσω απαντήσεις, δεν θεωρώ τον εαυτό μου ικανό για κάτι τόσο μεγάλο.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο Sufir3d